Συνέντευξη της Καθηγήτριας του ΕΚΠΑ κ. Καμπερίδου στη Νένα Μεϊμάρη*
Διαχρονική προσέγγιση του γυναικείου αποκλεισμού (1896-2023): Ο αθλητισμός ως πεδίο κοινωνικής χειραφέτησης
Η συνέντευξη είναι διαθέσιμη στον ακόλουθο σύνδεσμο: https://odelalis.gr/nena-meimari-i-imera-tis-gynaikas/?fbclid=IwAR0XwtCBH04_OxmyHGO4Yopp_ytvRYm3wTGLgPKmP1LkZgPw7AGrTq4QkI0
Κα. Καμπερίδου, υπάρχει πράγματι κρίση στον γυναικείο αθλητισμό; Μπορείτε να μας μιλήσετε για την υποεκπροσώπησή του στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και την εκμετάλλευση της αθλητικής ταυτότητας εν γένει;
Αρχικά οφείλω να αναφέρω ότι, ακόμα και σήμερα το έτος 2023, υπάρχει διαφορετική μεταχείριση– άνιση μεταχείριση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ) μεταξύ αθλητών και αθλητριών. Εκτός από τον εξωραϊσμό των ανδρικών επιτευγμάτων και την υποβάθμιση των γυναικείων, παρατηρείται μεγαλύτερη προβολή και κάλυψη του ανδρικού αθλητισμού και κυριολεκτικά ελάχιστη κάλυψη του γυναικείου, και όχι μόνο στη χώρα μας. Κραυγαλέες κοινωνικές διακρίσεις εντοπίζονται σε όλη την Ευρώπη, στην Αυστραλία (7.4% κάλυψη του γυναικείου αθλητισμού) και στις ΗΠΑ (5% κάλυψη).
Για παράδειγμα, ερευνητικά στοιχεία δείχνουν ότι η προβολή του γυναικείου αθλητισμού στα ΜΜΕ των ΗΠΑ είναι λιγότερη από ό,τι ήταν πριν 25 χρόνια, ενώ υπάρχει μεγάλη γυναικεία συμμετοχή στον αγωνιστικό αθλητισμό. Αντιδρώντας, οι γυναικείες αθλητικές ομοσπονδίες των ΗΠΑ ίδρυσαν το πρώτο Γυναικείο Αθλητικό Δίκτυο (Women’s Sports Network) που εγκαινιάστηκε στις 27 Ιουλίου του 2022.
Ίσως θα έπρεπε να κάνουμε το ίδιο κι εμείς στη χώρα μας. Το Γυναικείο Αθλητικό Δίκτυο προσφέρεται δωρεάν και συντηρείται από διαφημίσεις και υπηρεσίες live streaming που συμπεριλαμβάνουν την Amazon.com, το Freevee, Fox Corp.Tubi, FuboTV και τις smart τηλεοράσεις.
Ο γυναικείος αθλητισμός, όπως τεκμηριώνεται ερευνητικά, εξακολουθεί να υποεκπροσωπείται, ειδικά όσον αφορά στον τηλεοπτικό χρόνο και τον πολιτικό και αθλητικό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο. Στη χώρα μας, η αθλήτρια και ο γυναικείος αθλητισμός είναι «αόρατοι» στα πρωτοσέλιδα του αθλητικού τύπου, δηλαδή δεν υπάρχει καμία αναφορά σε γυναικείο άθλημα. Το κύριο εμπόδιο που αντιμετωπίζει ο γυναικείος αθλητισμός σήμερα, είναι η ορατότητα, όσον αφορά στην κάλυψη και προβολή των γυναικείων αγώνων στα ευρείας κυκλοφορίας και μεγάλης ακροαματικότητας ΜΜΕ.
Όταν κάτι δεν προβάλλεται σημαίνει ότι δεν αναπαράγεται, δεν αυξάνεται, δεν προωθούνται κοινωνικά πρότυπα και αθλήτριες-μέντορες. Επομένως δεν πραγματοποιούνται αλλαγές, δεν προωθούνται οι πολιτικές που θα μπορούσαν να γεφυρώσουν ή να κλείσουν το έμφυλο χάσμα (τις κοινωνικές ανισότητες) στην αθλητική ηγεσία, στην αθλητική συμμετοχή, στην προπονητική καθοδήγηση, στη διοικητική στελέχωση, στις χορηγίες, στις αμοιβές, στη χρηματοδότηση, μεταξύ άλλων.
Από την άλλη πλευρά, η αθλήτρια (όχι ο γυναικείος αθλητισμός) αλλά η αθλήτρια, όταν προβάλλεται «μοντελοποιείται», εμφανίζεται ως σέξι ή ως η αθλήτρια καλλονή-μοντέλο.
Με άλλα λόγια, αφαιρείται η αθλητική της ταυτότητα, η αθλητική της ιδιότητα και τα αθλητικά της επιτεύγματα, και αυτό οδηγεί στην υποβάθμιση του γυναικείου αθλητισμού και στην παρεμπόδιση της περαιτέρω ανάπτυξής του, και όχι μόνο. Αναπαράγονται και τα φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας, όπως η σεξουαλική παρενόχληση στην κοινωνική περιοχή του αθλητισμού.
Σταδιακά και αθόρυβα παρατηρείται και η μοντελοποίηση των αθλητών. Οι άνδρες θα αποτελέσουν, ή μάλλον ήδη αποτελούν θύματα αυτής της εμπορευματοποίησης του σώματος και της αθλητικής ταυτότητας. Καταρρίπτονται οι θεωρήσεις ότι μόνο το γυναικείο σώμα αντικειμενικοποιείται.
Έρευνες υπογραμμίζουν ότι και οι άνδρες αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα ή τα επακόλουθα αυτής της αντικειμενικοποίησης του σώματος στα ΜΜΕ. Αναφέρομαι στο «Σύνδρομο του Άδωνη», που σήμερα οι ερευνητές και οι ερευνήτριες περιγράφουν ως η Νέα Απειλή.
Όπως τεκμηριώνεται ερευνητικά, αυτό το σύνδρομο οφείλεται στην κοινωνική πίεση και τα μηνύματα των ΜΜΕ και τον ΜΚΔ που δέχονται τα αγόρια, οι έφηβοι και οι άντρες για το «πώς πρέπει» να είναι το σώμα τους. Ξοδεύουν απίστευτα ποσά για άρση βαρών, εξαντλητική γυμναστική, συμπληρώματα διατροφής, αναβολικά και πλαστικές επεμβάσεις προκειμένου να αποκτήσουν το ιδανικό σώμα.
Πρόσφατες έρευνες σε Αμερική και Ευρώπη αποκαλύπτουν τις επιβαρυντικές συνέπειες στην ψυχοσωματική υγεία των ανδρών και των αγοριών όπως: διατροφικές διαταραχές (βουλιμία, πολυφαγία), ανεξέλεγκτη επιθετικότητα και κατάθλιψη.
Όμως, το θέμα μας είναι η γυναίκα. Η συνέντευξη είναι αφιερωμένη στην Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, οπότε οφείλω να αναφέρω ότι εκτός από την υποεκπροσώπηση του γυναικείου αθλητισμού στα ΜΜΕ και την αυξημένη προβολή της «μοντελοποιημένης» αθλήτριας, παρατηρείται και το έμφυλο χάσμα στην αθλητική ηγεσία.
Αναφέρομαι στην κραυγαλέα γυναικεία υποεκπροσώπηση σε θέσεις διοικητικής ευθύνης στους αθλητικούς θεσμούς, στην αθλητική ιεραρχία, όπως για παράδειγμα στις Διεθνείς Αθλητικές Ομοσπονδίες, στις Εθνικές Ολυμπιακές Επιτροπές, και στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ), που δεν δικαιολογείται στην εποχή μας που η γυναικεία συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκυο έφτασε το 49% προσεγγίζοντας βαθμηδόν εξισωτικά αυτόν των ανδρών και αναμένεται να φτάσει το 50% το 2024 στο Παρίσι!
Ενδεικτικά επισημαίνω ότι, το έτος 2023, στα 99 μέλη της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ), μόνο τα 39 είναι γυναίκες:
Εδώ οφείλω να αναφέρω ότι η πρώτη γυναίκα-μέλος της ΔΟΕ εκλέχθηκε το 1981. Το 2004 είχαμε μόνο 10 γυναίκες και 200 άνδρες. Επιπρόσθετα, το έμφυλο χάσμα στην ηγεσία, η αποκαλούμενη γυάλινη οροφή, παρατηρείται σήμερα και στα 43 επίτιμα μέλη της ΔΟΕ, από τα οποία μόνο τα δύο είναι γυναίκες ( 41 άνδρες- 2 γυναίκες).
Η γυναικεία υποεκπροσώπηση συνεχίζεται και στις 44 αθλητικές ομοσπονδίες της χώρας μας, στις οποίες Πρόεδροι είναι 41 άνδρες και μόνο 3 γυναίκες. Το έμφυλο χάσμα στην ηγεσία κυριαρχεί και στα διοικητικά συμβούλια των 44 αθλητικών ομοσπονδιών. Για παράδειγμα, από τα 538 μέλη των διοικητικών συμβουλίων μόνο το 16% είναι γυναίκες: 85 γυναίκες και 453 άνδρες.
Σήμερα η γυναικεία συμμετοχή στους Ολυμπιακούς αγώνες έφτασε στο 49%. Γιατί απουσιάζουν οι γυναίκες από την αθλητική ηγεσία και τα ΜΜΕ; Γιατί αυτή η ανισότητα;
Τα έμφυλα στερεότυπα (οι κοινωνικές προσδοκίες και οι κοινωνικές διακρίσεις) παγιώθηκαν μέσα στον χωροχρόνο, επομένως συνεχίζουν να λειτουργούν και να αναπαράγονται διακριτικά και αθόρυβα. Για να απαντήσω στο ερώτημά σας πρέπει να ανατρέξω στην ιστορικότητα του φαινομένου, ειδικά όσον αφορά στην άποψη ότι ο χώρος του αθλητισμού ανήκει στους άνδρες.
Αν κάνουμε μια διαχρονική προσέγγιση του γυναικείου αποκλεισμού, θα δούμε ότι η αθλήτρια έχει διανύσει πολύ δρόμο από την εποχή των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα το 1896, όπου απαγορευόταν η γυναικεία συμμετοχή. Ο Ολυμπιακός Αθλητισμός εμφανίζεται από τις αρχές της κοινωνικής του παρουσίας ως ο θεσμός που εμπόδιζε ή περιθωριοποιούσε τις γυναικείες αξιώσεις και διεκδικήσεις για συμμετοχή, ειδικά τα έτη 1896 -1972.
Οι πρώτοι σύγχρονοι ολυμπιακοί αγώνες πραγματοποιήθηκαν σε εποχές που κυριαρχούσαν οι «θεωρίες» περί ασθενούς φύλου. Η αθλητική ταυτότητα συνδέεται με διάφορες κοινωνικο-πολιτισμικές έννοιες του 19ου αιώνα, όταν οι γυναίκες ήταν αποκλεισμένες όχι μόνο από τον αθλητισμό, αλλά και από τον ευρύτερο κοινωνικό-δημόσιο τομέα (παιδεία, ιατρική, πολιτική, δεν είχαν το δικαίωμα ψήφου, κ.ά). Αναπόφευκτα, στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα το 1896 απαγορευόταν η συμμετοχή του ασθενούς φύλου.
Οι εκπρόσωποι των σημαντικότερων θεσμών του αθλητισμού των επιδόσεων, δηλαδή οι Πρόεδροι της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ), από το 1896 έως το 1972, ήταν απορριπτικοί έως εχθρικοί όσον αφορά στη συμμετοχή των γυναικών.
Τα αποκαλούμενα «επιστημονικά» επιχειρήματα επί των οποίων βασίστηκε ο αποκλεισμός των γυναικών από τον αθλητισμό των υψηλών επιδόσεων— και, κατ’ επέκταση, από τον ολυμπιακό αθλητισμό—σχετίζονταν με τις κοινωνικές προσδοκίες και αντιλήψεις για την κοινωνική αποστολή της θηλυκής οντότητας.
Συγκεκριμένα, τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα—χρονική περίοδο που επεδίωκαν την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων—ταυτόχρονα αναπτύσσονταν «επιστημονικές» κοινωνικές και εθιμοτυπικές αντιλήψεις που αποσκοπούσαν στον αποκλεισμό των γυναικών από δημόσιου χαρακτήρα δραστηριότητες.
Εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε το γεγονός ότι ο ρόλος της αθλήτριας ήταν ανέκαθεν και παραμένει δημόσιος. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής, η ενασχόληση της γυναίκας με τον αγωνιστικό αθλητισμό θεωρούνταν βιολογικά και ψυχικά επιβλαβής.
Ακόμα και στις αρχές του 20ού αιώνα, εκπρόσωποι κυρίως από τον ιατρικό χώρο και τον χώρο της ψυχολογίας υποστήριζαν ότι η έντονη γυμναστική, η σκληρή άθληση και τα αθλητικά παιχνίδια είχαν αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο στη φυσική και την ψυχική υγεία της γυναίκας, αλλά και στην εκπλήρωση των κοινωνικών της αποστολών, όπως αυτές καθορίζονταν από τον ρόλο της συζύγου και της μητέρας.
Επέμεναν ότι ο ρόλος της «ιδανικής γυναίκας» ήταν η δημιουργία μιας υγιούς οικογένειας.
Για παράδειγμα, οι επιστήμονες της εποχής υποστήριζαν ότι η έντονη άθληση προκαλούσε αυξημένη τριχοφυΐα και ήταν επικίνδυνη για την αναπαραγωγική λειτουργία: προκαλούσε στειρότητα ή ότι η γυναίκα που αθλείται δεν μπορεί να γεννήσει υγιή παιδιά.
Οι αναφορές στις απόψεις της Ιατρικής αλλά και της Ψυχολογίας ήταν συνηθισμένο φαινόμενο όταν οι γυναίκες «απειλούσαν» κοινωνικά ανδροκρατούμενες περιοχές.
Αλλά ακόμα και η Φιλοσοφία και η Ανθρωπολογία καταπιάστηκαν δραστικά με την ψυχή και τη φύση της γυναίκας για να περιχαρακώσουν επιστημονικά τον κοινωνικό της αποκλεισμό.
Επικρατούσε και η «θεωρία» του ασθενούς/κατώτερου γυναικείου μυαλού (“weaker brain theory”) του 19ου αιώνα, το οποίο αναλύει εξονυχιστικά η Γαλλίδα ερευνήτρια Aude Fauvel, το έργο της οποίας μεταφράστηκε στην αγγλική γλώσσα το 2013 [Crazy brains and the weaker sex: the British case (1860-1900) https://doi.org/10.4000/cliowgh.352]
Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η αποκαλούμενη αλήθεια της Φυσιολογίας του 19ου αιώνα, οι γυναίκες είναι «εύθραυστα πλάσματα» και δεν πρέπει να σπαταλάνε την ενέργειά τους στην άθληση ή να χειρίζονται τα όπλα γιατί αναπόφευκτα θα πάθουν άνοια. Η αλήθεια της Φυσιολογίας ενθάρρυνε τους άνδρες, «για να προστατέψουν την εξελικτική διαδικασία», να νοσηλεύουν η να κλείνουν σε ιδρύματα τις κόρες τους και τις γυναίκες τους όταν «παρέκκλιναν από την φύση τους» ή συμπεριφέρονταν ενάντια στη «φύση» τους.
Η άποψη ότι ο χώρος του αθλητισμού ανήκει στους άνδρες, εν μέρει εξακολουθεί να ισχύει και κατά το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα και είναι αποτέλεσμα αυτών των αναχρονιστικών θεωρήσεων που σχετίζονταν με την αρνητική επίδραση των σπορ στους κύριους κοινωνικούς ρόλους της γυναίκας ως μητέρας και ως συζύγου.
Σταδιακά, στο πλαίσιο του ιατρικού και παιδαγωγικού λόγου, έγινε αποδεκτή η πιο ήπια άσκηση με σκοπό «την ηθική εξύψωση του γυναικείου φύλου» και την επίτευξη της φυσικής υγείας. Συνοπτικά, έτσι κατασκευάστηκε και παγιώθηκε ο κοινωνικός μύθος (το κοινωνικό στερεότυπο) περί ασθενούς φύλου, κυρίως με βάση αντιλήψεις ιατρικής προέλευσης.
Σε γενικές γραμμές, ποια ήταν η αντίδραση των γυναικών σε αυτήν την νοοτροπία;
Η αντίληψη ότι ο κοινωνικός ρόλος της γυναίκας εξαντλείται στο πλαίσιο της οικογένειας βρήκε αντίθετες πολλές γυναίκες του 19ου αιώνα, όπως την Σταματία Ροβίθυ από τη Σύρο και την Κερκυραία Μελπομένη, οι οποίες το 1896, σε ένδειξη διαμαρτυρίας και αντίδρασης για τον αποκλεισμό των γυναικών από τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες, διένυσαν την επίσημη μαραθώνια ολυμπιακή διαδρομή, η πρώτη σε 5½ ώρες και η δεύτερη σε σε 4½ ώρες.
Αναλυτικά, στην εφημερίδα Άστυ, με ημερομηνία 31 Μαρτίου του 1896, μαθαίνουμε ότι η Σταματία Ροβίθυ από τη Σύρο –35χρονη μητέρα 7 παιδιών– διήνυσε την επίσημη μαραθώνια ολυμπιακή διαδρομή, από τον Μαραθώνα μέχρι το Παναθηναϊκό στάδιο, σε 5½ ώρες.
Στον Μαραθώνα ζήτησε από τους χωρικούς να γράψουν σε χαρτί την ώρα εκκίνησης, 8 π.μ., και από δύο αστυνομικούς στο Στάδιο να επιβεβαιώσουν τον τερματισμό στις 13.30. Ιδού το ασθενές φύλο!
Αναφέρεται επίσης, ότι λίγες μέρες νωρίτερα, η Κερκυραία, με το όνομα Μελπομένη (αγνώστων λοιπών στοιχείων) έτρεξε μόνη της από τον Μαραθώνα στην Αθήνα σε 4,5 ώρες, αφού χρειάστηκε ενδιάμεσα να σταματήσει για 10 λεπτά, προκειμένου να φάει πορτοκάλια.
Αυτά έγιναν το 1896 αλλά το αγώνισμα του Μαραθωνίου γυναικών συμπεριλήφθηκε στο ολυμπιακό πρόγραμμα μόλις το 1984, σχεδόν έναν αιώνα αργότερα.
Όσον αφορά στην ιστορικότητα του γυναικείου αποκλεισμού από τον ολυμπιακό αθλητισμό, δηλαδή των κοινωνικών εμποδίων στη συμμετοχή που αντιμετώπιζαν οι αθλήτριες, οφείλω να αναφέρω ότι καθοριστικό παράγοντα αποκλεισμού αποτέλεσαν οι δομές και οι θέσεις της ΔΟΕ και εκείνες της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κλασσικού Αθλητισμού (IAAF), οι οποίες ήταν εξαιρετικά συντηρητικές, σε αντίθεση π.χ. με την Παγκόσμια Ομοσπονδία Κολύμβησης (FINA), η οποία κρατούσε μια περισσότερο φιλελεύθερη στάση απέναντι στα γυναικεία αθλητικά ζητήματα.
Η γυναικεία ενασχόληση με τον αθλητισμό έως το 1914 αφορούσε μόνο σε μια μικρή μειοψηφία – την αριστοκρατία και τα ανώτερα μεσαία στρώματα.
Οι γυναίκες στη συντριπτική τους πλειοψηφία συμμετείχαν στους αγώνες των ανδρών ως θεατές.
Μετά από αρκετό καιρό, συγκεκριμένα έπειτα από 48 χρόνια, οι γυναίκες κατάφεραν να συμμετάσχουν σε αγωνίσματα, κυρίως αισθητικού χαρακτήρα. Γιατί καταλήξαμε και πάλι σε έμφυλη κατηγοριοποίηση (gender segregation);
Με την είσοδο τον γυναικών στον ολυμπιακό αθλητισμό, η ΔΟΕ αναγκάστηκε να θεσπίσει κλιμακωτά άλλους-ξεχωριστούς κανόνες και κανονισμούς για τα γυναικεία αθλήματα. Θεσπίστηκαν ιδιαίτερα κανονιστικά πλαίσια για τις γυναίκες που στόχευαν, όπως διατυπώθηκε, στη διασφάλιση και την προαγωγή της υγείας τους και για την προβολή της «γυναικείας χάρης» και της «θηλυκής γοητείας».
Ο ολυμπιακός αθλητισμός, επομένως, ως το σημαντικότερο αθλητικό γεγονός, εμφανίζεται από τις αρχές της κοινωνικής παρουσίας του ως εκείνος ο θεσμός ο οποίος εμφανέστατα περιθωριοποίησε τις γυναικείες αξιώσεις για συμμετοχή στα ολυμπιακά δρώμενα.
Αυτό το φαινόμενο της γυναικείας περιθωριοποίησης το εντοπίζουμε σήμερα στη συγκρότηση των οργανωτικών σχημάτων, όσον αφορά στο έμφυλο χάσμα στην αθλητική ηγεσία, π.χ. τη γυναικεία υποεκπρωσόπηση στη ΔΟΕ, στις Εθνικές Ολυμπιακές Επιτροπές, στις αθλητικές ομοσπονδίες, στην προπονητική καθοδήγηση.
Λειτουργεί ο αθλητισμός και ως πεδίο κοινωνικής χειραφέτησης και ως αθλητική επιχειρηματικότητα για τις γυναίκες;
Την εποχή της προεδρίας Coubertin (1896-1925) και στη συνέχεια του Henri de Baillet-Latour (1925-1942) πολλές αθλήτριες, φεμινίστριες και ακτιβίστριες αντέδρασαν και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ορατότητα-προβολή του γυναικείου αθλητισμού, όπως η Γαλλίδα αθλήτρια και ακτιβίστρια Alice Milliat, η οποία διοργάνωνε γυναικείες Ολυμπιάδες από το 1921 έως το από 1936.
Οι γυναικείες Ολυμπιάδες ήταν η απάντηση φεμινιστικών κύκλων με επικεφαλής τη Γαλλίδα Alice Milliat, Πρόεδρο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Γυναικείου Αθλητισμού (Federation Sportive Feminine Internationale), απέναντι στις συνεχείς αρνήσεις της ΔΟΕ και του ίδιου του Coubertin, και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ερασιτεχνικού Αθλητισμού (International Amateur Athletic Federation) να επιτραπεί στις γυναίκες να συμμετάσχουν σε ολυμπιακά αθλήματα, θεωρούμενα κατ’ εξοχήν ανδρικά, όπως ο στίβος.
Η Alice Milliat εκπροσωπεί τη γυναικεία αθλητική επιχειρηματικότητα, υπήρξε η πρώτη γυναίκα διοργανώτρια αθλητικών πρωταθλημάτων και ολυμπιακών εκδηλώσεων (sport entrepreneur, Olympic entrepreneur). Διοργάνωνε γυναικεία πρωταθλήματα ποδοσφαίρου και ποδηλασίας (1912-1920), καθώς και Ολυμπιακούς Αγώνες Γυναικών (1921-1936), σε εποχές που η αθλητική δραστηριότητα των γυναικών στιγματιζόταν κοινωνικά.
Επίσης, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ορατότητα της αθλήτριας και του γυναικείου αθλητισμού στα ΜΜΕ της εποχής της, και όχι μόνο! Διαπραγματεύτηκε με την ανδροκρατούμενη ΔΟΕ για την εισαγωγή του γυναικείου στίβου στους Ολυμπιακούς Αγώνες, και στο τέλος τα κατάφερε!
Όσον αφορά στο αθλητικό επιχειρείν του αποκαλούμενου ασθενούς φύλου, αρχικά το 1915 η Alice Milliat υπήρξε Πρόεδρος του Παριζιάνικου γυναικείου αθλητικού συλλόγου “Fémina Sport”. Αυτός ο σύλλογος ιδρύθηκε το 1912 και ήταν ένας από τους τρεις μεγαλύτερους γυναικείους αθλητικούς συλλόγους της Γαλλίας.
Στη συνέχεια, το 1917 η Milliat εκλέγεται ταμίας της Γαλλικής Ομοσπονδίας Γυναικείου Αθλητισμού (Fédération des sociétés féminines sportives de France), εποχή που διοργανώνει γυναικεία πρωταθλήματα ποδοσφαίρου, και το 1918 εκλέγεται Γενική Γραμματέας. Το 1919 εκλέγεται παμψηφεί Πρόεδρος της Γαλλικής Ομοσπονδίας Γυναικείου Αθλητισμού και αμέσως ζητάει την εισαγωγή του γυναικείου στίβου στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η ΔΟΕ αγνοεί το αίτημα της Milliat για την εισαγωγή του γυναικείου στίβου, οπότε διοργανώνει συνέδριο στο Μόντε Κάρλο του Μονακό, στο οποίο συμμετείχαν πέντε χώρες (Γαλλία, Τσεχοσλοβακία, Μεγάλη Βρετανία, ΗΠΑ και Ισπανία).
Εκεί δημιουργεί τη Διεθνή Ομοσπονδία Γυναικείου Αθλητισμού και διοργανώνει τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες Γυναικών (Monte Carlo Women’s Olympics) που πραγματοποιήθηκαν το 1921 στο Μόντε Κάρλο, με αγωνίσματα στίβου και καλαθοσφαίρισης, και με τη συμμετοχή 300 αθλητριών από πέντε χώρες.
Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες Γυναικών στο Μόντε Κάρλο, η Milliat υποβάλλει και 2η φορά το αίτημα στη ΔΟΕ για την εισαγωγή του γυναικείου στίβου στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων. Δεδομένου ότι πάλι το αίτημά της αγνοήθηκε, αποφασίζει να διοργανώσει Ολυμπιακούς Αγώνες Γυναικών στο Παρίσι, την «πατρίδα» του Coubertin, αντί για το Μόντε Κάρλο, και τώρα η ΔΟΕ ενοχλήθηκε πραγματικά.
Γιατί ενοχλήθηκε; Επειδή το παρακολούθησαν 20.000 θεατές, και όχι μόνο. Αυτή η διοργάνωση ήταν τόσο επιτυχημένη που η Αυγουστιάτικη έκδοση της εφημερίδας Le Sportif σύγκρινε την Madame Milliat με τον Pierre de Coubertin.
Σε αυτή την γυναικεία ολυμπιάδα του Παρισιού, που έλαβε χώρα στις 20 Αυγούστου του 1922, συμμετείχαν 300 αθλήτριες από τη Γαλλία, τη Μ. Βρετανία, τη Νορβηγία, την Ιταλία, την Ελβετία, την Τσεχοσλοβακία, το Βέλγιο και τις ΗΠΑ.
Η επιτυχία του Παρισιού ενόχλησε πολύ τη ΔΟΕ, η οποία απαίτησε να εξαφανιστεί ο όρος-η φράση Ολυμπιακοί Αγώνες, και μετά από πιέσεις και σειρά διαπραγματεύσεων με την Milliat και τη Διεθνή Ομοσπονδία Γυναικείου Αθλητισμού, μετονομάστηκαν σε «Παγκόσμιοι Αγώνες Γυναικών».
Οι κοινωνικές αλλαγές, οι οποίες οδήγησαν σε περαιτέρω αλλαγές στο γυναικείο κίνημα, επηρέασαν τη θέση της γυναίκας στον αθλητισμό; Ποια είναι η γνώμη σας;
Πράγματι, πολύ σωστά, εκτός από τους αγώνες του γυναικείου κινήματος, ευρύτεροι κοινωνικοί αγώνες, δομικές αλλαγές της κοινωνικής συγκρότησης μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους (1914-1918 και 1939-1945) συνέβαλαν στην είσοδο των γυναικών σε ανδροκρατούμενες κοινωνικές περιοχές, όπως είναι ο αθλητισμός.
Για παράδειγμα την εποχή της Milliat, από το ξέσπασμα του Α’ παγκόσμιου πολέμου, εκατομμύρια γυναίκες εγκατέλειψαν την οικία τους, βγήκαν στο δημόσιο χώρο, εργάζονταν και άρχισαν να διεκδικούν.
Σε αυτό το πλαίσιο των σημαντικών κοινωνικών μεταβολών πραγματοποιήθηκαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες Γυναικών και στη συνέχεια οι Παγκόσμιοι Αγώνες Γυναικών.
Είναι σημαντικό να τονίσω εδώ ότι η γυναικεία συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν ξεπέρασε το 17% μέχρι τη δεκαετία του 1970. Επιπλέον, καταλυτικό παράγοντα κοινωνικής αποδοχής του γυναικείου ολυμπιακού αθλητισμού αποτέλεσε η εμπορευματοποίηση της ολυμπιακής αθλητικής δραστηριότητας, ιδιαίτερα μετά το 1981, έτος κατά το οποίο παραγράφεται το άρθρο περί ερασιτεχνισμού από τον ολυμπιακό καταστατικό χάρτη.
Επομένως, εκτός από τους γυναικείους αγώνες και διεκδικήσεις, η εμπορευματοποίηση της αθλητικής-ολυμπιακής δραστηριότητας αποτέλεσε ουσιαστικό παράγοντα ορατότητας, κοινωνικής προβολής και αποδοχής του γυναικείου αθλητισμού.
Στην εποχή μας, πράγματι, οι κοινωνικές μεταβολές στις αντιλήψεις περί έμφυλων ρόλων συνέβαλαν στην αυξανόμενη πρόσβαση των γυναικών σε πολλές ανδροκρατούμενες κοινωνικές περιοχές.
Ωστόσο, το έμφυλο χάσμα στην ηγεσία—και όχι μόνο στην ηγεσία—μεγαλώνει και αυτό δεν παρατηρείται μόνο στην κοινωνική περιοχή του Αθλητισμού.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για το παγκόσμιο έμφυλο χάσμα, που δημοσιεύτηκε το 2022 και εξετάζει 146 χώρες, θα χρειαστούμε 132 χρόνια (αντί για 99.5 πριν την πανδημία) για να κλείσει το έμφυλο χάσμα, δηλαδή για να αποκτηθεί η ισότητα-ισονομία των φύλων σε όλους τους τομείς: οικονομία, παιδεία/εκπαίδευση, υγεία, πολιτική, μεταξύ άλλων (Global Gender Gap report, 2022).