Άρθρο του Γεώργιου Στείρη, Αναπληρωτή Καθηγητή Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ στην Καθημερινή [5/9/21]
Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια πιστοποίησε την κρίση των κλασικών σπουδών. Συγκεκριμένα, η βάση εισαγωγής σε εμβληματικά τμήματα, όπως της Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ και το ΑΠΘ, κυμάνθηκε κάτω από τα 13.000 μόρια, όταν πριν από μια δεκαετία υπερέβαινε τα 17.000 μόρια. Στην επαρχία η βάση εισαγωγής φέτος μόλις υπερέβη τα 8.000 μόρια. Από τη στιγμή που η δυσκολία των θεμάτων και η βαθμολογική κλιμάκωση των γραπτών δεν έχουν αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια, είναι προφανές ότι οι μαθητές δίνουν προτεραιότητα σε άλλα πεδία.
Η κρίση των κλασικών σπουδών είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη και πριν από μερικούς μήνες. Τότε ο καθηγητής του Πρίνστον Νταν-ελ Παντίλα Περάλτα παρουσιάστηκε περίπου ως ο διάβολος μεταμορφωμένος, επειδή ηγείται μιας ευρύτερης προσπάθειας ανανέωσής τους. Το μένος εναντίον του προκλήθηκε κυρίως από την κατάργηση της υποχρεωτικότητας των αρχαίων ελληνικών και λατινικών για τους νεοεισερχόμενους φοιτητές στο Τμήμα Κλασικών Σπουδών του Πρίνστον. Ελάχιστοι όμως ασχολήθηκαν με το τεράστιο έργο του για τον εκσυγχρονισμό και τη σωτηρία των κλασικών γραμμάτων.
Ο Περάλτα και οι συνοδοιπόροι του δεν είναι μονομανείς. Αντιλήφθηκαν εγκαίρως ότι οι κλασικές σπουδές βασίζονται εν πολλοίς σε πρότυπα του 18ου και 19ου αιώνα, με αποτέλεσμα να είναι ανεπίκαιρες και μη θελκτικές στο σύγχρονο κοινό. Ενώ τα κλασικά γράμματα καθαυτά δεν είναι παρωχημένα, είναι παρωχημένος και αναχρονιστικός ο τρόπος που καλλιεργούνται στα πανεπιστήμια, ιδίως στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, του Διαδικτύου των πραγμάτων και της βιοτεχνολογίας.
Ο σύγχρονος κόσμος αναδιαμορφώνεται από την επιστήμη και την τεχνολογία. Συνεχώς προκύπτουν νέες εξελίξεις, οι οποίες με τη σειρά τους γεννούν καινούργιους προβληματισμούς και ερωτήματα, που απαιτούν νέες απαντήσεις. Αυτές τις απαντήσεις δεν μπορούν να τις παράσχουν ούτε οι επιστήμονες ούτε οι τεχνολόγοι. Τις ζητούν από τους πτυχιούχους των κλασικών σπουδών, οι οποίοι όμως αδυνατούν να τους τις προσφέρουν εξαιτίας του παρωχημένου τρόπου έρευνας και διδασκαλίας στο πεδίο τους.
Τα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό απαιτούν την ανάπτυξη συνθετότατων αλγορίθμων, βασισμένων σε ηθικές, κοινωνικές, νομικές και ανθρωπολογικές αρχές.
Σε περίπτωση που βρεθεί ένας πεζός στο οδόστρωμα, το αυτοκίνητο θα προστατέψει κατά προτεραιότητα τους επιβάτες ή τον πεζό; Παρόμοιας υφής ερωτήματα ισχύουν στην περίπτωση των διαγονιδιακών οργανισμών, που δημιουργούνται από την εμπρόθετη εισαγωγή ξένου DNA στο γονιδίωμα ζώου ή ανθρώπου.
Γύρω μας συμβαίνουν κοσμογονικές αλλαγές: στην κοινωνία, στον πολιτισμό, στην πολιτική. Γεννιέται ένας ριζικά διαφορετικός κόσμος. Η παραδοσιακή διδασκαλία των κλασικών, στηριγμένη στη μορφολογία του κειμένου (γραμματική – συντακτικό) και την αναπαραγωγή καθιερωμένων αναγνώσεων, δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των νέων, δεν τους προσφέρει καμιά επαγγελματική διέξοδο και δεν απαντά σε κανένα σχεδόν από τα σύγχρονα ερωτήματα. Για αυτό και οι νέοι είτε αποστρέφονται τις κλασικές σπουδές είτε αυτές αποτελούν την έσχατη επιλογή τους.
Τα κλασικά κείμενα είναι πλουσιότατα και ζωντανά. Εκείνο που χρειάζεται, κατ’ αρχήν, είναι να τα μελετήσουμε με νέο τρόπο. Να αναζητήσουμε σε αυτά απαντήσεις σε ερωτήματα του σήμερα και του αύριο, όχι του χθες. Απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με το φύλο, τον σεξισμό, τα δικαιώματα, τον ρατσισμό, τον αυταρχισμό, τη μετεξέλιξη των πολιτευμάτων, τη σχέση ανθρώπου – μηχανής, την τεχνητή νοημοσύνη, τον μετανθρωπισμό (την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους με τη βοήθεια της ρομποτικής και της βιοτεχνολογίας), την οικολογία, τη βιοηθική, την τεχνοεπιστήμη.
Τα κλασικά κείμενα είναι ικανά να παράσχουν τις απαντήσεις που θα καταστήσουν την επιστήμη λειτουργική και επωφελή για την ανθρωπότητα, αρκεί να τα μελετήσουμε με εργαλεία του σήμερα. Χρειάζεται να αξιοποιηθούν οι νέες τεχνολογίες, στην κατεύθυνση των ψηφιακών ανθρωπιστικών σπουδών. Η στενή συνεργασία τεχνολόγων και πτυχιούχων κλασικών σπουδών θα προσφέρει επιπλέον πολλαπλές ευκαιρίες απασχόλησης στους δεύτερους.
Αν οι κλασικές σπουδές δεν αλλάξουν άρδην, σε ό,τι αφορά την έρευνα και τη διδασκαλία τους στα πανεπιστήμια, το μέλλον τους δεν προβλέπεται ευοίωνο.