Αλέξανδρος-Σταμάτιος Αντωνίου
Καθηγητής Ψυχολογίας ΠΤΔΕ-ΕΚΠΑ
Σύμφωνα με πρόσφατα διεθνή ερευνητικά ευρήματα, το «academic mobbing» (ακαδημαϊκή ηθική παρενόχληση/εκφοβισμός) συνιστά μία «περίτεχνη» συμπεριφορά που υιοθετούν ενίοτε κάποιοι ακαδημαϊκοί, ακόμη και σήμερα, προκειμένου να φέρουν σε δυσχερή θέση, να ταπεινώσουν και να «εξουθενώσουν» συναισθηματικά μια/έναν συνάδελφό τους -συνήθως χαμηλότερης βαθμίδας- μέσω αβάσιμων αιτιάσεων, μείωσης της προσωπικότητάς τους και συστηματικής συναισθηματικής τους κακοποίησης. Πιο συγκεκριμένα, οι μεθοδεύσεις αυτές ενδέχεται να λάβουν διάφορες μορφές και κυρίως κατασυκοφάντησης, καταφανούς υποτίμησης της ακαδημαϊκής τους αξίας, καταρράκωσης της αξιοπρέπειάς τους, γελοιοποίησης και προσπαθειών ακαδημαϊκού εξοστρακισμού και περιθωριοποίησης. H/o συνάδελφος/στόχος θυματοποιείται επί τη βάσει ενός ευρέου φάσματος ανάρμοστων προς τα ήθη του ακαδημαϊκού βίου συμπεριφορών όπως:
- Η κατάχρηση κύρους/εξουσίας.
- Η επίδειξη προκλητικής αδιαφορίας.
- Οι συμπεριφορές περισσής θρασύτητας και η χρήση απρόκλητου υβρεολογίου.
- Η άσκηση ψυχολογικής βίας και συστηματικού εξαναγκασμού.
- Η υποκλοπή ιδεών και προσωπικής εργασίας.
- Τα πάσης φύσεως εμπόδια στην επαγγελματική εξέλιξη.
- Η ανάθεση δευτερευουσών και διεκπεραιωτικών εργασιών.
- Η έλλειψη σεβασμού στον χρόνο της/του συναδέλφου.
- Οι σκόπιμες και κακόβουλες καθυστερήσεις σε διαδικαστικά ζητήματα που αφορούν την/τον συνάδελφο.
- Ο εξαναγκασμός ως προς την ένταξη στη «στενή» ομάδα (ή ο αυθαίρετος αποκλεισμός από αυτήν) και η επιβολή φιλοσοφίας πλήρους στοίχισης με υπαγορευμένες επιλογές και συμπεριφορές.
- Η επίρριψη ευθυνών στη/στον συνάδελφο όταν οι όποιες διαδικασίες και τα σχέδια δεν ευοδώνονται.
- Η προσπάθεια επιβολής πνεύματος αυστηρής ιεραρχίας στρατιωτικού τύπου.
- Ο προσβλητικός τρόπος ομιλίας ενώπιον τρίτων προσώπων, ενίοτε και εκτός πανεπιστημιακής κοινότητας.
- Η απαγόρευση επικοινωνίας με πρόσωπα του επαγγελματικού χώρου τα οποία έχουν «μαρκαριστεί» ως αυστηρά προσωπικό δίκτυο της/του συναδέλφου υψηλότερης βαθμίδας.
- Η άρνηση ή δυσκολία διευκόλυνσης σε περιπτώσεις οικογενειακού προβλήματος (π.χ. η ασθένεια τέκνου), δικαίωμα, όπως και άλλα αντίστοιχα, διατηρούν αποκλειστικά για τον εαυτό τους οι ίδιες/οι συνάδελφοι.
- Ο υποτιμητικός τόνος που τους απευθύνονται σε συλλογικά όργανα.
- Η διεξαγωγή σημαντικών επαγγελματικών συναντήσεων εν απουσία της/του υπό καταδίωξη συναδέλφου.
- Η απόκρυψη σημαντικών πληροφοριών σχετιζόμενων προς το αντικείμενο εργασίας και η συνεπαγόμενη παγίδευση.
- Ο έλεγχος διακίνησης των πληροφοριών και της ενημέρωσης στο εσωτερικό δίκτυο με τρόπο παρασκηνιακό ώστε να προωθείται κατευθυνόμενη και στοχευμένη πληροφόρηση και η συνεπαγόμενη αδυναμία αποκατάστασης των «φημών» και της προσωπικότητάς τους από τους θιγόμενους, οι οποίοι πολύ αργότερα (και συνήθως με τυχαίο τρόπο) λαμβάνουν γνώση για την εσφαλμένη εικόνα που είχαν τεχνηέντως και υπογείως άλλοι «λανσάρει» εις βάρος τους.
Ακόμη και στις περιπτώσεις εκείνες που η θιγόμενη/ος ή συκοφαντούμενη/ος επιχειρήσει να αναδείξει αυτήν την κατάσταση και αποπειραθεί να αναζητήσει βοήθεια, οι ενέργειές της/του είναι πολύ πιθανό να αποβούν εις βάρος της/του. H ακαδημαϊκή ηθική παρενόχληση/εκφοβισμός έχει σοβαρές επιδράσεις στην ψυχική υγεία των θυμάτων όπως έχει επιβεβαιωθεί από σχετικές έρευνες της διεθνούς βιβλιογραφίας. Το «mobbing» (ηθική παρενόχληση/εκφοβισμός) έχει συνδεθεί ερευνητικά με την εμφάνιση θλίψης, άγχους, κατάθλιψης, σωματόμορφων διαταραχών, ψυχοσωματικών συμπτωμάτων και διαταραχών ύπνου καθώς και με αυτοκτονικό ιδεασμό και απόπειρες αυτοκτονίας. Σχετικές έρευνες έχουν δείξει ότι η ακαδημαϊκή ηθική παρενόχληση/εκφοβισμός σχετίζεται με σωματικό και ψυχικό στρες, η αύξηση του οποίου οδηγεί, κατά συνέπεια, και στην αύξηση των αρνητικών συμπεριφορών στον χώρο εργασίας. Σημαντική είναι, επίσης, και η συσχέτιση της ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού με τη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (PTSD) καθώς από σχετικές μελέτες προκύπτουν υψηλά ποσοστά της διαταραχής αυτής σε θύματα ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού. Οι αρνητικές επιπτώσεις όμως του φαινομένου αυτού στην ψυχική υγεία συμπεριλαμβάνουν και άλλα ποικίλα συμπτώματα τόσο ψυχικά όσο και σωματικά.
Αρκετοί παράγοντες έχουν συσχετιστεί με την ακαδημαϊκή ηθική παρενόχληση/εκφοβισμό. Η μορφή ηγεσίας στον εργασιακό χώρο, το είδος του πανεπιστημιακού ιδρύματος (δημόσιο ή ιδιωτικό), η ηλικία, η εθνικότητα, το φύλο και η εργασιακή εμπειρία των θυμάτων είναι ορισμένοι από τους παράγοντες που έχουν συνδεθεί με το φαινόμενο. Σχετική ποσοτική έρευνα στην Τουρκία ανέδειξε ότι οι νεαρές γυναίκες εργαζόμενες στον ακαδημαϊκό χώρο (κάτω των 39 ετών), οι μη έγγαμοι και οι μικρότεροι ηλικιακά πανεπιστημιακοί εν γένει είχαν πέσει θύματα σε συχνότερη βάση. Σε αυτήν την ομάδα, φάνηκε ότι συμπεριλαμβάνονται και οι πανεπιστημιακοί που βρίσκονται στις χαμηλότερες βαθμίδες. Βέβαια, η παράμετρος του φύλου ενδέχεται να επηρεάζεται από το ευρύτερο πολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο διεξάγονται οι έρευνες και την -σε όποιο βαθμό- ανδροκρατούμενη νοοτροπία παρατηρείται στο συγκεκριμένο εργασιακό περιβάλλον, όπου οι γυναίκες συνάδελφοι καλούνται να αντιμετωπίζουν συνεχείς διπλές ή πολλαπλές προκλήσεις, π.χ. και λόγω φύλου αλλά και λόγω βαθμίδας.
Στο πλαίσιο αυτό αναλύονται οι τρόποι αναδόμησης του εργασιακού και ακαδημαϊκού περιβάλλοντος, καθώς και οι τρόποι αντιμετώπισης ήδη υπαρχόντων φαινομένων ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού. Οι ερευνητές διεθνώς προτείνουν την υιοθέτηση ενός συνόλου αξιών και τη γενικότερη αλλαγή της υφιστάμενης φιλοσοφίας του εργασιακού περιβάλλοντος. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται η παροχή υπηρεσιών συμβουλευτικής και ψυχολογικής υποστήριξης, όπου η διοίκηση του πανεπιστημίου ενδείκνυται να ζητά τη συμβολή επαγγελματιών ψυχικής υγείας. Ταυτόχρονα, οι διοικήσεις των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων απαιτείται να συμβάλουν και στην ενίσχυση της επίγνωσης του φαινομένου μέσω της οργάνωσης ενημερωτικών συναντήσεων και παροχής σχετικού υλικού καθώς και της εδραιωμένης πολιτικής του κάθε ιδρύματος ως προς την αντιμετώπισή του. Προκειμένου να αισθανθούν ασφάλεια τα θύματα, θεωρείται επιβεβλημένο η διοίκηση του πανεπιστημίου να διαχειρίζεται όλα τα σχετικά παράπονα με αντικειμενικό και δίκαιο τρόπο, συνεπικουρούμενη από καθ’ ύλην αρμόδιες επιτροπές, οι οποίες θα έχουν ήδη συμβάλει στη θεσμοθέτηση συναφούς εσωτερικού κανονισμού για τα φαινόμενα αυτά.
Έτσι, η δημιουργία επιτροπών υπεύθυνων για την ταυτοποίηση και αντιμετώπιση των κακοποιητικών συμπεριφορών εις βάρος πανεπιστημιακών δασκάλων από άλλους συναδέλφους τους έχει κριθεί αναγκαία σε πολλές περιπτώσεις πανεπιστημιακών ιδρυμάτων του εξωτερικού. Για παράδειγμα, το 2002 στην υπόθεση του Medaille College των ΗΠΑ, όταν καθηγητές απευθύνθηκαν στην υπεύθυνη πενταμελή επιτροπή (Grievance Committee) του κολλεγίου για περίπτωση ακαδημαϊκής ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού που οδηγούσε στην απόλυσή τους από το ίδρυμα, βασικό ρόλο διαδραμάτισε η American Association of University Professor (AAUP) μέσω της μεσολάβησής της με σκοπό να αναδειχθεί και να αντιμετωπιστεί η συγκεκριμένη υπόθεση. Ομοίως, στο ίδιο πλαίσιο δραστηριοποιούνται δύο ακόμη οργανώσεις οι οποίες υπεραμύνονται της ακαδημαϊκής ελευθερίας: το «Foundation for Individual Rights in Education (FIRE)» και το «The National Association of Scholars (NAS)». Τέλος, εξίσου σημαντική κρίνεται και η ανατροφοδότηση σχετικά με τις ανωτέρω πολιτικές από το προσωπικό του ιδρύματος ώστε να αξιολογείται η αποτελεσματικότητά τους.
Συγκεκριμένες ενέργειες έχουν προταθεί, κατά καιρούς, για την υλοποίηση των πολιτικών αντιμετώπισης του φαινομένου. Μια τέτοια ενέργεια θεωρείται η καλλιέργεια μίας φιλοσοφίας «anti-mobbing» με την υιοθέτηση και καθιέρωση ενός δημοκρατικού στυλ ηγεσίας όπου το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό θα ενθαρρύνεται να συμμετάσχει στη λήψη αποφάσεων για τα ζητήματα που απασχολούν το ίδρυμά του. Η ρητή περιγραφή των κυρώσεων και η γνωστοποίησή της με κάθε πρόσφορο μέσο προς όλες τις κατευθύνσεις όσον αφορά τα περιστατικά ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού εντός του ακαδημαϊκού χώρου καθώς και η πιο πρακτική προσέγγιση ως προς τον εντοπισμό τους (π.χ. μέσω στοχευμένων ερωτηματολογίων) συνιστούν σημαντικές πρωτοβουλίες για τον έλεγχο και την καταπολέμηση του φαινομένου στα σύγχρονα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Παράλληλα, όσον αφορά την εφαρμογή των όποιων κυρώσεων, αυτή θα πρέπει να συντελείται με θεσμικό αλλά και διακριτικό τρόπο και όχι με στόχο τη διαπόμπευση ή την περιθωριοποίηση του συναδέλφου η/ο οποία/ος προέβη σε τέτοιου είδους ανοίκειες και αντι-ακαδημαϊκές συμπεριφορές.
Εξίσου σημαντική κρίνεται και η ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού. Ένα σύνολο σαφών και αυστηρών κανόνων που κοινοποιούνται τόσο στα συμβόλαια εργασίας όσο και στο εσωτερικό εργασιακό πλαίσιο εν γένει είναι δυνατόν να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την εκδήλωση περιστατικών ακαδημαϊκής ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού. Συνδυαστικά, η διοργάνωση και διεξαγωγή εργαστηρίων και διαλέξεων, πιθανόν και με τη συμμετοχή επαγγελματιών ψυχικής υγείας και νομικών συμβούλων, μπορεί να παράσχει σημαντικές πληροφορίες για ενδεδειγμένες στρατηγικές αντιμετώπισης και για την καλλιέργεια ενός υγιούς εργασιακού κλίματος. Ενδεικτικό παράδειγμα αυτού συνιστά η καθιέρωση της διάλεξης «The First Hector Hammerly Memorial Lecture on Academic Mobbing» που έλαβε χώρα στο Πανεπιστήμιο του Waterloo το 2008 προς τιμήν ενός καθηγητή που είχε αποβιώσει τότε και είχε πέσει θύμα ανάλογων συμπεριφορών ακαδημαϊκής ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού αφιερώνοντας μεγάλο μέρος της ζωής του στη μελέτη του φαινομένου.
Επιπρόσθετα, προτάσεις έχουν διατυπωθεί και για τα θύματα της ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού όπως η αξιολόγηση των εναλλακτικών, η καταγραφή και αποθήκευση όλων των αποδεικτικών στοιχείων, η αναζήτηση βοήθειας από έγκριτους επαγγελματίες (π.χ. νομικούς συμβούλους), η έμφαση στην αυτοφροντίδα ώστε να περιορίζονται οι συναισθηματικές επιπτώσεις των επιθέσεων και η προσπάθεια επικοινωνίας και αναζήτησης συνδρομής από συναδέλφους άλλων ιδρυμάτων σε περίπτωση που έχουν περιθωριοποιηθεί στο ίδρυμά τους. Μία ακόμη αποτελεσματική πρόταση διαχείρισης περιστατικών ακαδημαϊκής ηθικής παρενόχλησης/εκφοβισμού είναι η οργάνωση και λειτουργία προγραμμάτων EAPs (Employee Assistance Programs) όπως έχει ήδη πραγματοποιηθεί στην περίπτωση των πανεπιστημίων Monash University και Swinburne University of Technology των ΗΠΑ. Τα προγράμματα αυτά παρέχουν πόρους στους εργαζόμενους για σημαντικό εύρος ζητημάτων που ενδέχεται να επηρεάσουν την εργασιακή απόδοση. Έχουν σχεδιαστεί ώστε να συνδράμουν με κάθε δυνατό τρόπο τις/τους εργαζόμενες/ους που αντιμετωπίζουν προσωπικά/οικογενειακά ή επαγγελματικά προβλήματα. Ο κύριος στόχος των EAPs είναι να βοηθήσουν τις/τους εργαζόμενους να λάβουν σημαντική υποστήριξη γι’ αυτά τα προβλήματά τους ώστε να συνεχίσουν να εργάζονται απρόσκοπτα και αποτελεσματικά.
Τα EAPs συναντώνται ήδη από τη δεκαετία του 1970 στις ΗΠΑ με αντικείμενο την κάλυψη ποικίλων αναγκών και δυσκολιών που εντοπίζονταν στον εργασιακό χώρο (π.χ. στρες, κατάθλιψη, ψυχικές διαταραχές, τραύμα, οικογενειακά προβλήματα κ.ά.). Ορισμένοι, μάλιστα, ερευνητές έχουν υποστηρίξει ότι τα προγράμματα αυτά αποτελούν πλέον μία τριτογενή παρέμβαση για την αντιμετώπιση του εργασιακού στρες από όποια αιτία κι αν αυτό προέρχεται. Οι εργαζόμενοι μπορούν να αναζητήσουν τις υπηρεσίες αυτών των προγραμμάτων μέσω διαφορετικών οδών (π.χ. δια ζώσης συναντήσεις με συμβούλους, μέσω τηλεφώνου και διαδικτύου). Οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να συμπεριλαμβάνουν ατομικές συναντήσεις με τους εργαζόμενους (ατομικές συνεδρίες συμβουλευτικής, κλινική αξιολόγηση, νομικές συμβουλές για διάφορα ζητήματα), υπηρεσίες για τους managers (coaching, συμβουλευτική management), υπηρεσίες για το ίδρυμα (πρόληψη βίας και κακοποιητικών συμπεριφορών, ανταπόκριση στην κρίση και τη διαχείριση τραύματος) κ.ά. Σε κάθε περίπτωση, όπως αναδεικνύεται και από τη διεθνή συναφή έρευνα, τα EAPs μπορούν να συμβάλλουν θετικά και ουσιαστικά σε ένα πραγματικά ευρύ φάσμα δυσκολιών και προβλημάτων που αναδύονται στον εργασιακό χώρο όπως, εν προκειμένω, αυτόν του σύγχρονου ακαδημαϊκού περιβάλλοντος.