Skip to content Skip to sidebar Skip to footer

Συσχέτιση μεταξύ εμβολιαστικής κατάστασης και θνητότητας σε διασωληνωμένους ασθενεις με σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας λόγω COVID-19

Αν και μολύνσεις μετά τον εμβολιασμό εναντίον της COVID-19 μπορούν να συμβούν (breakthrough infections), η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού για την πρόληψη σοβαρής νόσησης είναι καλώς τεκμηριωμένη. Πράγματι, οι εμβολιασμένοι, σε σύγκριση με τους μη εμβολιασμένους, ασθενείς με breakthrough λοιμώξεις είναι λιγότερο πιθανόν να χρειαστούν νοσηλεία. Ακόμη και αν χρειαστούν νοσηλεία, οι εμβολιασμένοι, σε σύγκριση με τους μη εμβολιασμένους, ασθενείς είναι λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας (acute respiratory distress syndrome, ARDS) και να χρειαστούν διασωλήνωση. Ωστόσο, δεν είναι ακόμη γνωστό αν αυτοί οι εμβολιασμένοι ασθενείς που τελικά χρειάστηκαν διασωλήνωση έχουν καλύτερη πρόγνωση από τους μη εμβολιασμένους ασθενείς.

Το παραπάνω ερώτημα (δηλαδή, η συσχέτιση μεταξύ εμβολιαστικής κατάστασης και θνητότητας σε διασωληνωμένους ασθενείς με ARDS λόγω COVID-19) αποτέλεσε το αντικείμενο μιας πολυκεντρικής μελέτης παρατήρησης που διενεργήθηκε με πρωτοβουλία ιατρών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Συγκεκριμένα, συνεργάστηκαν ιατροί των Πανεπιστημιακών Μονάδων Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» (με επικεφαλής την Διευθύντρια της Α’ Κλινικής Εντατικής Θεραπείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Καθήγητρια Αναστασία Κοτανίδου, και συμμετοχή της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας Ελένης Μάγειρα), των Ιωαννίνων (ιατροί Ιωάννης Ανδριανόπουλος, Γεώργιος Παπαθανάκος και Βασίλειος Κουλούρας) και της Λάρισας (ιατροί Βασιλική Τσολάκη, Νικήτας Καραβίδας και Κωνσταντίνος Μαντζαρλής). Η μελέτη έχει υποβληθεί προς κρίση για δημοσίευση σε διεθνές ιατρικό περιοδικό.

Η μελέτη συμπεριέλαβε διασωληνωμένους ασθενείς με ARDS λόγω COVID-19 που νοσηλεύτηκαν σε ελληνικές Μονάδες Εντατικής Θεραπείας το φθινόπωρο του 2021. Οι ασθενείς θεωρήθηκαν ότι ήταν σε «ενεργή εμβολιαστική κατάσταση», αν είχαν παρέλθει περισσότερες από 14 ημέρες αλλά λιγότεροι από πέντες μήνες από τη συμπλήρωση του εμβολιασμού τους μέχρι τη διασωλήνωσή τους. Επιλέχθηκε αυτό το χρονικό όριο, επειδή οι σχετικές οδηγίες από το Centers for Disease Control and Prevention προτείνουν αναμνηστική δόση εναντίον της COVID-19 μετά τους πέντε μήνες. Οι υπόλοιποι ασθενείς (δηλαδή, καθόλου εμβολιασμένοι, μερικώς εμβολιασμένοι ή και πλήρως εμβολιασμένοι, αλλά για τους οποίους είχαν παρέλθει λιγότερες από 14 ημέρες ή περισσότεροι από πέντε μήνες από τον εμβολιασμό τους) αποτέλεσαν την ομάδα «ελέγχου». Το κύριο καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν η θνητότητα 28 ημέρες μετά τη διασωλήνωση. Για τη σύγκριση της θνητότητας των δύο ομάδων («ενεργής εμβολιαστικής κατάστασης» εναντίον «ελέγχου») χρησιμοποιήθηκε ένα Cox proportional-hazards μοντέλο παλιδρόμησης, στο οποίο λήφθηκε υπόψη η εμβολιαστική κατάσταση, η ηλικία, οι συννοσηρότητες και η ανεπάρκεια οργάνων την ημέρα της διασωλήνωσης.

Από τους 265 ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια εισόδου στη μελέτη, το 9.8% ήταν σε ενεργή εμβολιαστική κατάσταση. Οι ασθενείς αυτής της ομάδας είχαν μεγαλύτερη ηλικία (72.5 εναντίον 66.0 έτη) και ήταν πιο πιθανό να έχουν συννοσηρότητες (92.3% εναντίον 66.9%), για παράδειγμα κακοήθεια (23.1% εναντίον 7.5%), από την ομάδα ελέγχου. Σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου, η ομάδα ασθενών με ενεργή εμβολιαστική κατάσταση είχε χαμηλότερη θηνότητα (hazard ratio 0.40, 95% confidence intervals 0.21-0.75; p=0.004), ένα στατιστικώς και κλινικώς σημαντικό εύρημα.

Η μελέτη έδειξε ότι το όφελος του εμβολιασμού εναντίον της COVID-19 επεκτείνεται και πέρα από την πρόληψη της νοσηλείας και της διασωλήνωσης. Αυτό το εύρημα διευρύνει τις γνώσεις μας για την πρόγνωση ασθενών με breakthrough λοιμώξεις, οι οποίες αναμένεται να γίνονται πιο συχνές όσο αυξάνεται η εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού. Επιπλέον, το εύρημα μπορεί να ενημερώσει τις συζητήσεις μεταξύ κλινικών ιατρών και οικογενειών για την πρόγνωση των εμβολιασμένων ασθενών που χρειάστηκαν διασωλήνωση. Τέλος, το εύρημα μπορεί να διευκολύνει τη χάραξη εθνικών πολιτικών υγείας σχετικά με την ανάγκη και το βέλτιστο χρόνο χορήγησης αναμνηστικών δόσεων εναντίον της COVID-19.

ΕΚΠΑ © 2024. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος

Μετάβαση στο περιεχόμενο
EN