Skip to content Skip to sidebar Skip to footer

Παχυσαρκία, Υποβιταμίνωση D και Covid-19: Ένα σύγχρονο τρίγωνο των Βερμούδων στη Δημοσία Υγεία

Η παχυσαρκία, η υποβιταμίνωση D και η λοίμωξη COVID-19 συνθέτουν ένα σύγχρονο τρίγωνο των Βερμούδων στη Δημόσια Υγεία. Μια ανασκόπηση, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό για την παχυσαρκία Current Obesity Reports (εκδόσεις Springer), μελέτησε τη συμβολή και την αλληλεπίδραση της παχυσαρκίας και της υποβιταμίνωσης D στην αύξηση του κινδύνου για σοβαρή νόσηση και την ανάγκη για νοσηλεία από COVID-19. Η ανασκόπηση παρουσιάζει σύγχρονα επιδημιολογικά, γονιδιωματικά και παθοφυσιολογικά δεδομένα υπογραμμίζοντας τη σημασία και τον αντίκτυπο της σύγκλισης των τριών αυτών πανδημιών για τη Δημόσια Υγεία. Στη μελέτη αυτή συμμετείχαν Ιατροί από την Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, την Ιατρική Σχολή του Παν/μίου Harvard και το Τμήμα Διατροφής και Άσκησης του Παν/μίου της Κοπεγχάγης: Μαρία Νταλαμάγκα (Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ), Ειρήνη Καραμπελά (Διευθύντρια ΕΣΥ, ΜΕΘ ΠΓΝ «Αττικόν»), Ναταλία Βαλλιάνου (Διευθύντρια ΕΣΥ, Α’ Παθολογική Κλινική, ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός»), Faidon Magkos (Καθηγητής, Παν/μιο Κοπεγχάγης) και Caroline Apovian (Καθηγήτρια, Τομέας Ενδοκρινολογίας και Διαβήτη, Brigham and Women’s Hospital, Harvard Medical School).

Η παχυσαρκία χαρακτηρίστηκε ως σύγχρονη πανδημία από τον ΠΟΥ, όπου στις ανεπτυγμένες χώρες σχεδόν 3 στους 4 ενήλικες είναι παχύσαρκοι ή υπέρβαροι ενώ περίπου 1 στους 3 ενήλικες έχουν προδιαβήτη ή σακχαρώδη διαβήτη. Έχει υπολογισθεί ότι περίπου το 1/3 των ασθενών που έχουν νοσηλευθεί και το 34% των ασθενών που απεβίωσαν λόγω COVID-19 ήταν παχύσαρκοι. Σύμφωνα με σύγχρονα επιδημιολογικά δεδομένα, η παχυσαρκία συσχετίστηκε με αύξηση κατά: 46-78% του κινδύνου μόλυνσης από τον ιό SARS-CoV-2, 40-317% του κινδύνου νοσηλείας, 66-113% του κινδύνου διασωλήνωσης, 21-88% του κινδύνου εισαγωγής σε μονάδα ΜΕΘ και 14-252% του κινδύνου θανάτου λόγω COVID-19. Τα παραπάνω ευρήματα επιβεβαιώθηκαν και από μελέτες Μεντελιανής τυχαιοποίησης,  όπου γενετικές παραλλαγές που συνδέονται με αυξημένο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) έχουν συσχετιστεί με σοβαρή λοίμωξη COVID-19 και δυσμενή κλινική έκβαση. Επιπρόσθετα, η παχυσαρκία ενδέχεται να αυξάνει τη μεταδοτικότητα του ιού και να επηρεάζει την αντισωματική απόκριση στον εμβολιασμό ενώ τελευταία συσχετίστηκε σε ορισμένες μελέτες με τον κίνδυνο εμφάνισης μακροχρόνιων επιπλοκών, ένα σύνδρομο που αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως long COVID. Οι παχύσαρκοι ασθενείς είναι πιο ευάλωτοι στη λοίμωξη COVID-19, παρουσιάζοντας μεταξύ άλλων ανοσολογική δυσλειτουργία, χρόνια υποκλινική συστηματική φλεγμονή, αυξημένη πιθανότητα θρομβώσεων και ενδοθηλιακής δυσλειτουργίας, έλλειψη βιταμίνης D, μεγαλύτερη ενεργοποίηση του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης και του καταρράκτη του συμπληρώματος, αυξημένη έκφραση του υποδοχέα του ιού στον λιπώδη ιστό, ποικίλες συννοσηρότητες και μειωμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.

Η άλλη σύγχρονη πανδημία είναι η υποβιταμίνωση D. O ευεργετικός ρόλος της βιταμίνης D είναι γνωστός στην υγεία των οστών, ενώ τα χαμηλά επίπεδά της (25-OHD) έχουν συσχετιστεί με ποικιλία νοσημάτων, όπως καρδιαγγειακά, αυτοάνοσα, κακοήθη και λοιμώδη. Σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι επίπεδα 25-ΟΗ βιταμίνης D >40 ng/mL θωρακίζουν το ανοσοποιητικό από ιογενείς και βακτηριακές λοιμώξεις. Είναι γνωστό ότι μόνο το 10-20% των απαιτούμενων αναγκών σε βιταμίνη D μπορεί να εξασφαλιστεί από διατροφικές πηγές (λιπαρά ψάρια, γαλακτομικά προϊόντα, κα) ενώ το υπόλοιπο 80-90% φυσιολογικά παράγεται στο δέρμα υπό την επίδραση της υπεριώδους Β ηλιακής ακτινοβολίας. Είναι γεγονός ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής (διαμονή σε κλειστούς χώρους, χρήση αντηλιακών υψηλού δείκτη προστασίας, παχυσαρκία, κλπ) έχει οδηγήσει στην πανδημία της υποβιταμίνωσης D. Παραδόξως, ακόμη και οι ηλιόλουστες χώρες της Μεσογείου, όπως η Ελλάδα, παρουσιάζουν υψηλό ποσοστό ανεπάρκειας βιταμίνης D. Με βάση σύγχρονα επιδημιολογικά δεδομένα, φαίνεται ότι η υποβιταμίνωση D είναι κατά 64% πιο συχνή στη σοβαρή λοίμωξη COVID-19, αυξάνοντας κατά 90-160% την πιθανότητα εμφάνισης δυσμενούς κλινικής έκβασης, κατά 81-117% τον κίνδυνο νοσηλείας και κατά 22-208% τον κίνδυνο θανάτου λόγω COVID-19. Ωστόσο, τα δεδομένα αυτά δεν επιβεβαιώθηκαν από αντίστοιχες μελέτες Μεντελιανής τυχαιοποίησης σε πληθυσμούς χωρίς υποβιταμίνωση D, που διερεύνησαν τη συσχέτιση γενετικών παραλλαγών που συνδέονται με χαμηλή συγκέντρωση 25-ΟΗD στον ορό με τον κίνδυνο σοβαρής COVID-19.

Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον το γεγονός ότι περίπου το 33% των παχύσαρκων ενήλικων και το 37% των παχύσαρκων παιδιών έχουν χαμηλά επίπεδα 25-OHD. Η υποβιταμίνωση D είναι κατά 35-52% πιο συχνή στους παχύσαρκους και κατά 24% στους υπέρβαρους, γεγονός που συμβάλλει εν μέρει και στον αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή λοίμωξη COVID-19.  

Η βελτίωση των επιπέδων βιταμίνης D τόσο στον γενικό πληθυσμό, όσο και στους νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19 παρουσιάζει δυνητικό όφελος ως προς τη μείωση της νοσηρότητας και θνητότητας της λοίμωξης COVID-19. Σε τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες, η χορήγηση συμπληρωματικής βιταμίνης D σε ασθενείς με COVID-19 έχει δείξει ενθαρρυντικά αποτελέσματα αναφορικά με την ταχύτερη μείωση της φλεγμονής και την κάθαρση του ιού από το αναπνευστικό σύστημα. Ωστόσο, αντικρουόμενα είναι τα ευρήματα μελετών σχετικά με την επίδραση της χορήγησης βιταμίνης D στην ανάγκη νοσηλείας, διασωλήνωσης και τη θνητότητα από COVID-19.  Συμπερασματικά, επειδή τόσο η παχυσαρκία όσο και η υποβιταμίνωση D αποτελούν διαχρονικές πανδημίες στη Δημόσια Υγεία αλλά και τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη σοβαρής COVID-19, η πρόληψη και αντιμετώπισή τους θα πρέπει να αποτελέσουν καίριο μέλημα της σύγχρονης κοινωνίας.

Σχήμα Ανασκόπησης

https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/35391661/

https://link.springer.com/article/10.1007/s13679-022-00471-3

ΕΚΠΑ © 2024. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος

Μετάβαση στο περιεχόμενο
EN