Συγγραφή: Χριστίνα Γιαννακάκη – Επιμέλεια: Δημήτριος Δουγένης, Καρδιοθωρακοχειρουργός, Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ
«Ρομαντισμός» ονομάστηκε η τάση ανατροπής των καταπιεστικών συστημάτων και αντιλήψεων στην Ευρώπη από τα τέλη του 18ου αιώνα. «ΡΟΜΑΝΤΙΚΕΣ» ονομάσαμε τις πρώτες Ελληνίδες γυναίκες επιστήμονες ιατρούς στη χώρα μας, σε σχετικό επετειακό και λίαν επίκαιρο αφιέρωμα, μια σύντομη ιστορική αναδρομή στις πρώτες γυναίκες φοιτήτριες στην Ιατρική Σχολή μας και τον τρόπο που οι συνάδελφοι άνδρες τις υποδέχθηκαν, κατά τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, επίσης φοιτητή της Σχολής μας.
«Ρομαντισμός» ονομάστηκε η τάση ανατροπής των καταπιεστικών συστημάτων και αντιλήψεων στην Ευρώπη από τα τέλη του 18ου αιώνα. Εκδηλώθηκε στη λογοτεχνία και την τέχνη, για να εκφράσει την μοναδικότητα του ατόμου, και τις απεριόριστες δυνατότητες που έχει αν εκφραστεί ελεύθερα. Η ελευθερία, διακήρυττε, δεν βρίσκεται στο είναι, αλλά στο γίγνεσθαι. Εννοούσε να συγκινήσει και να διακηρύξει τη δράση ενάντια σε κάθε επιβαλλόμενη πρακτική. Εννοούσε ακόμα να στηρίξει, μέσω της ποίησης αρχικά, την επιθυμία και τ΄ όνειρο, την περιπέτεια και τους αγώνες των λαών για ελευθερία (Μπάυρον, Σέλευ, Κάλβος, Σολωμός).
Μα και για τις γυναίκες; Eλεύθερες έπρεπε να ΄ναι οι Σουλιώτισσες, οι ηρωίδες του Μεσολογγίου, οι καπετάνισσες του Αγώνα, οι συνωμότισσες της Φιλικής, όσο ήμασταν στους Τούρκους.
Μα, ελεύθερες και δίχως Τούρκους; Το δικαίωμα των Ελληνίδων στη μόρφωση θεσμοθετήθηκε το 1834, με Διάταγμα του νεοσύστατου κράτους περί «Παίδων και Κορασίδων». Η Ιατρική Σχολή των ελεύθερων Αθηνών, ιδρύθηκε το 1837. Οι Παίδες εγγράφονταν με απολυτήριο Γυμνασίου, μα οι Κορασίδες μόνο δασκάλες μπορούσαν να γίνουν στο Παρθεναγωγείο. Έφτανε αυτό για να διαπαιδαγωγήσουν φιλοπάτριδες νέους.
Μην μπορώντας να εγγραφεί στην Ιατρική η Μαρία Καλαποθάκη, έφυγε από την Αθήνα να σπουδάσει στο Παρίσι το 1886, και γύρισε με διδακτορικό, το 1894. Μετά από γραπτές εξετάσεις της επιτράπηκε να ασκήσει γενική Ιατρική. Μελέτησε τις γαστρεντερικές δυσλειτουργίες των παιδιών – εξ αιτίας των οποίων η παιδική θνησιμότητα ήταν στα ύψη -, και υπήρξε πρωτοπόρος στην εξάπλωση της δημόσιας υγιεινής στην Ελλάδα. Ως πρόεδρος της «Ενώσεως των Ελληνίδων» που ιδρύθηκε από την Καλλιρρόη Παρρέν το 1896, πρόσφερε άοκνα στην προώθηση την προσωπική, κοινωνική, μορφωτική και επαγγελματική ζωή των γυναικών.
Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 εκπαίδευε τις εθελόντριες νοσηλεύτριες και διηύθυνε ορεινά χειρουργεία. Με την καταστροφική έκβαση αυτού του πολέμου και την υποχώρηση του ελληνικού στρατού, η Καλαποθάκη συνέχισε σε στρατιωτικό χειρουργείο του Βόλου. Διακρίθηκε για την αντοχή και την αποτελεσματικότητά της ως γιατρός στις επόμενες εμπόλεμες δοκιμασίες των νικηφόρων Βαλκανικών του 1912-13. Και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 πρόσφερε τις υπηρεσίες της στους πρόσφυγες.
Τυχερότερες στάθηκαν η Αγγελική Παναγιωτάτου, μαζί με την αδερφή της Αλεξάνδρα από την Κεφαλλονιά. Περιγράφει η Αλεξάνδρα το πώς έγιναν δεκτές στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, το 1892, μετά από επίμονα αιτήματα: «Κατέβασαν εκ των αρχείων τον νόμον και εξήτασαν εάν ανέφερε καμμίαν άρνησιν [για την εγγραφή κορασίδων]. Επειδή ο νόμος ουδέν το αποκλειστικόν ανέφερεν, … εδόθη η άδεια εξετάσεως. Ήδη, η οδός ήτο ανοικτή για το Πανεπιστήμιον».
Οι άρρενες φοιτητές, όμως, τις υποδέχτηκαν με προπηλακισμούς, προτρέποντάς τες «Στην κουζίνα! Στην κουζίνα!». Τεκμήριον αληθείας υπογράφει ο συμφοιτητής τους, Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877 – 1940), ο οποίος υπήρξε λογοτέχνης, πολιτικός, δημοσιογράφος, κριτικός τέχνης και εγκατέλειψε τις σπουδές της ιατρικής χάριν της λογοτεχνίας και της δημοσιογραφίας.
… εις τα βάθη του Ανατομείου προ 8 ετών, όταν είμεθα συμφοιτηταί εις την ιατρικήν. Το αβρόν εκείνο χέρι το οποίον τόσον απαθώς έσχιζε πτώματα, έδωσε μίαν γροθιάν κατά των κοινωνικών προλήψεων, και ήτο εκ των πρώτων που ήνοιξαν την θύραν των επιστημών εις τας Ελληνίδας. Όπως οι πρώτοι ριζοσπάσται παίρνουν επάνω των τα μαρτύρια των ιδεών και η μικρά κόρη με την πλουσίαν μαύρην κόμην εδέχθη τας πρώτας φοιτητικάς αποδοκιμασίας… Εχρειάζετο δε τότε καρδία ανδρός και πνεύμα όχι κουκλίστικον δια ν’ αναλάβη μία κόρη την ευθύνην της παρουσίας της εν μέσω χιλίων νέων. Όταν ενεφανίζετο μαζί με την αδελφήν της- είνε και η αδελφή της ιατρός- κάτω εις το βάθος του αμφιθεάτρου, ήρχιζεν ο κρότος των μπαστουνιών, ελαφρότατος κατ’ αρχάς έπειτα γενικός και τρελλός, ως είνε κάθε θόρυβος, τον οποίον κάμνει η ηνωμένη νεότης χιλίων φοιτητών. Ο καθηγητής κ. Νικολαίδης έστρεφε και μας εκύτταζε με τα γυαλιά του, μόνον δε η ταχύτης με την οποίαν ήρχιζεν επίτηδες το μάθημα ανεχαίτιζε τα άτακτα μπαστούνια, τα απείρων ειδών και διαφόρων κρότων, μπαστούνια ασθενικά, κομψά, ισχυρά, βαρέα, πολλάκις ρόπαλα. Την επομένην εγίνοντο τα ίδια. Οι φοιτηταί εννοούσαν να υπερασπίσουν την καταπατηθείσαν κοινωνικήν συνθήκην, ήσαν φίλοι της σκουριάς, μερικοί ίσως και φίλοι του συμφέροντος, το οποίον εκινδύνευεν από την είσοδον των γυναικών εις τα επαγγέλματα του ανδρός Παπαντωνίου Ζαχαρίας, «Η Ιατρός»,
Φαίνεται ότι ο φιλελεύθερος Ρομαντισμός παρέπαιε στο ενδεχόμενο ο ανήρ να «φοβήται» την γυνή.
Αποφοίτησαν τέσσερα χρόνια αργότερα με άριστα, και αναζήτησαν την τύχη τους στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, το 1900. Η Αλεξάνδρα πέθανε στην αρχή της επιστημονικής της δράσης. Η Αγγελική διορίστηκε ως γιατρός-υγειονολόγος στο Κυβερνητικό Νοσοκομείο και στο Υγειονομείο. Μελέτησε τις επιδημίες της χολέρας και της πανώλης, έγραψε επιστημονικές πραγματείες, και τιμήθηκε από την αιγυπτιακή κυβέρνηση, το 1902, για το ερευνητικό της έργο πάνω στα τροπικά νοσήματα. Ανέπτυξε, κιόλας, έντονη δραστηριότητα στην ελληνική κοινότητα, ιδρύοντας το Κυριακάτικο Σχολείο Ελληνίδων, τις Παιδικές Εξοχές, τις Ημερήσιες Σχολές, και τη Φιλολογική Συντροφιά Κυριών, ενώ ασχολήθηκε με την ποίηση, τη λογοτεχνία και την ιστορία της Ιατρικής.
Η Παναγιωτάτου προχώρησε και μετεκπαιδεύτηκε στο Ινστιτούτο Pasteur του Παρισιού, ερευνώντας τα τροπικά νοσήματα. Στο Παρίσι, βραβεύτηκε από την Ακαδημία Επιστημών για το σύγγραμμα της «Η υγιεινή παρά τοις αρχαίοις Έλλησι», και από την Ιατρική Ακαδημία για το έργο της «Εντερική αμοιβάδωσις και εξωεντερικές εντοπίσεις». Στην Αλεξάνδρεια δημοσίευσε πλήθος πρωτότυπων μελετών. Ο συντοπίτης της, Καθηγητής και Ακαδημαϊκός Γεράσιμος Φωκάς, παρατήρησε ότι «το σύνολον των εργασιών τούτων δικαιούται να ονομασθεί Νεοελληνική Σχολή της Αιγύπτου». Στην Αθήνα, επάτησε σταδιακά και στα εναπομείναντα ακαδημαϊκά άβατα: έγινε έκτακτη Καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής το 1938, Καθηγήτρια «τιμής ένεκεν» το 1947, και, πρώτη γυναίκα ιατρός, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών το 1950 .
Ο πόλεμος, Πατήρ πάντων κατά τον Ηράκλειτο, έβγαλε τις γυναίκες στον δημόσιο βίο. Και πάλι. Σχεδιαζόταν απελευθέρωση και άλλων ελληνικών περιοχών, και οι γυναίκες έπρεπε να μορφώνονται για να εκπαιδεύουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το 1894, εγγράφηκαν τέσσερις ακόμη γυναίκες στην Ιατρική Σχολή Αθηνών. Κι αυτές υπηρέτησαν τις ανάγκες των πολέμων του 1897 αλλά και του 1912-13: Ανθή Βασιλειάδου, Άννα Κατσίγρα, Ελένη Αντωνιάδου, Βασιλική Παπαγεωργίου. Η Ανθή Βασιλειαδου, ήταν Αντιπρόεδρος του Τμήματος Νοσηλείας και Υγιεινής της «Ένωσης των Ελληνίδων», στον πόλεμο του 1897, και «εργάστηκε υπεράνθρωπα και ως προς την μόρφωσιν των νοσοκόμων και ως προς την ίδρυση των νοσοκομείων της Ένωσης των Ελληνίδων» (Παρρέν, Εφημερίς των Κυριών, 1908). Για την Άννα Κατσίγρα, και πάλι ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου μαρτυρεί:
Μια νέα υφηγήτρια εις την Ελλάδα. Η κυρία Άννα Κατσίγρα Μελά. Οι οπαδοί της πατρίου κουζίνας θα αισθανθούν πάλιν δάγκωμα εις τον στόμαχον και εις την ψυχήν ότι πρόκειται να καθυστερήσωμεν ακόμη κατά ένα στιφάδο. … Οι φοιτηταί θα αισθανθούν κνισμόν εις τα μπαστούνια των. Οι τρεις χιλιάδες υφηγηταί θα ιδούν μίαν έδραν ολιγώτερον εις το Πανεπιστήμιον….Από χρόνων ακούω τους Έλληνας επιστήμονας και καθηγητάς να αλληλοκαταγγέλλωνται ότι κλέβουν τα βιβλία των ξένων και τα παρουσιάζουν ως δικά των. … Η κυρία Μελά εξέδωκε προ ολίγον μίαν πραγματείαν δια την θνησιμότητα των παιδιών εις την Ελλάδα. Έχω την πεποίθησιν ότι όλα είνε δικά της εκεί, σωρευθέντα ένα προς ένα από μέλισσαν, με την μεγάλην υπομονήν, την πίστιν, την οξύτητα και τον ιδεαλισμόν που αναπτύσσει η γυναίκα όταν θέλη να εργασθή. Το βιβλίο της εκτός των άλλων είνε επαναστατικόν….. Σηκώνει σημαίαν δια τα βρέφη, καταστρώνει μίαν επαίσχυντον στατιστικήν θνητότητος – δια την οποίαν έπρεπε να κοκκινίση μέχρις αυτιών αυτός ο τόπος – και σαλπίζει δια μιαν εκστρατείαν… Το δε στιφάδο, τι γίνεται το στιφάδο: Αγνοώ. Ενθυμούμαι μόνον ότι μία φορά έφαγα ένα γλυκύτατον κέικ εις της κυρίας Μελά, το οποίον είχε κατασκευάσει η ίδια – γη και ουρανοί! Και είνε ιατρός. ( Παπαντωνίου Ζαχαρίας, «Υφηγήτρια», [Από Ημέρας εις Ημέραν]
Η Άννα Κατσίγρα διετέλεσε διευθύντρια του Δημοσίου Μαιευτηρίου.
Και οι μισθοί: Η πρώτη φαρμακοποιός, Πολύμνια Παναγιωτίδου ενεγράφη στη Φαρμακευτική σχολή τού Εθνικού Πανεπιστημίου (« Φαρμακευτικόν Σχολείον») το 1895, και αποφοίτησε με «λίαν καλώς», το 1898. Ανέλαβε το φαρμακείο τού νοσοκομείου Ευαγγελισμός, αλλά…
«[..]Όταν κληθείσα παρά τού Συμβουλίου έμαθεν ότι θα επληρώνετο δρχ. εκατόν, αντί των εκατόν πενήντα ας ελάμβανεν ο προκάτοχός της ανήρ, διότι ήτο ανήρ, η Πολύμνια απέθεσε την φαρμακευτικήν εμπροσθέλλαν της επί τής τραπέζης τού συμβουλίου και ανεχώρησε. «Προκειμένου περί επιστήμης», είπε, «άνδρες και γυναίκες είναι ίσοι». Μόνον αυτή η πράξις της θα ήρκει, ίνα χαρατηρίση και την κόρην και την επιστήμονα. Μόνον αυτό αρκεί, ίνα πιστοποιήση, ότι ήτο εκ των σθεναροτέρων σκαπανέων των νέων ιδεών, ότι ήξευρε να φέρη υψηλά και με χείρα στιβαράν την σημαίαν τής αξιοπρεπείας τού φύλου της και ότι, εάν έζη, πολλά ηδύνατο να επιτελέση υπέρ αυτού».
Η πρώτη Ελληνίδα φαρμακοποιός άνοιξε το φαρμακείο της τα Χριστούγεννα του 1899. Σε λιγότερο από ένα μήνα αρρώστησε από τύφο και πέθανε. 21 Ιανουαρίου 1900. Ήταν η πρώτη φορά που τον επικήδειο εκφώνησε γυναίκα: η γιατρός Ανθή Βασιλειάδου.
«Η πρωτοτυπία ευθύς εν αρχή εξέπληξε, κατώρθωσεν όμως να συγκεντρώση η εκφωνήσασα τον λόγον δεσποινίς την προσοχήν και να δειχθή δεξιωτέρα πολλών επικηδείων ρητόρων» (εφημερίδα «Το Άστυ»).
Οι «Ρομαντικοί», γυναίκες και άντρες, εκφράστηκαν ενάντιοι στην καταπίεση και επανειλημμένα παρέκαμψαν τον ορθολογισμό που ήθελε υπακοή σε άκριτη εξουσία. Εξ άλλου, «Ημείς, αν δεν είμεθα τρελοί, δεν εκάναμε την επανάσταση» ( Κολοκοτρώνης, 1838)
Το άρθρο «ΟΙ ΡΟΜΑΝΤΙΚΕΣ» ασχολήθηκε συνοπτικά με τις πρώτες επιστήμονες γυναίκες της ιατρικής στην Ελλάδα. Πάμπολλες μη-ιατροί επιστήμονες υπηρέτησαν ως εθελόντριες τον κλάδο της ιατρικής περίθαλψης στις ανάγκες των πολέμων. Που σημαίνει ότι οι «Ρομαντικές» αντικαθρέφτισαν με το πνεύμα, την ψυχή και την πράξη τους τον ρεαλισμό μιας διαρκούς θυσίας: αυτήν της Ιδέας, χάριν της ιδεοληψίας.