«Οι καθοριστικές δημοκρατικές δυνάμεις της Φιλελεύθερης Δημοκρατίας δεν αντιμετώπισαν με επάρκεια τις σημαντικές προκλήσεις της εποχής μας» λέει ο Julian Nida-Rϋmelin, ένας από τους κορυφαίους εν ζωή φιλοσόφους στη Γερμανία και στην Ευρώπη, σε μια συζήτηση για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Γηραιά Ήπειρος, μεταξύ των οποίων το προσφυγικό ζήτημα, η άκρατη αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων αλλά και οι διεθνείς προκλήσεις της διασφάλισης της ειρήνης και της προστασίας του περιβάλλοντος.

Ο ίδιος διετέλεσε καθηγητής Φιλοσοφίας και Πολιτικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και υπουργός Πολιτισμού της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, ενώ σήμερα διευθύνει το Ανθρωπιστικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Το έργο του στηρίζεται στη διεπιστημονική προσέγγιση, ενώ αναλύει τα σύγχρονα θέματα που προκύπτουν από την εξέλιξη της τεχνολογίας με βάση την ανθρωπιστική αντίληψη («ψηφιακός ανθρωπισμός»). Για τη συνέντευξη του Julian Nida-Rümelin πολύτιμη υπήρξε η συμβολή του επίκουρου καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκου Σημαντήρα.

Τον Οκτώβριο συμμετείχατε – ως συνδιοργανωτής μάλιστα – σε διεθνές συνέδριο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου συζητήθηκε εκτενώς η σημασία της δημοκρατίας ως μορφής άσκησης εξουσίας: μιας ιδέας που γεννήθηκε στην αρχαιότητα και έχει ιδιαίτερη αξία στις μέρες μας. Δυστυχώς παρατηρείται ότι κατά την τρέχουσα περίοδο η φιλελεύθερη δημοκρατία υφίσταται πιέσεις, οι οποίες μάλιστα εντείνονται. Θα βλέπατε στην αρχαία κληρονομιά μας στοιχεία τα οποία θα ήταν χρήσιμα σήμερα ή θα μπορούσαν πιθανώς να μας προσφέρουν διεξόδους ή ακόμη και λύσεις;

«Σε αντίθεση με τη σύγχρονη αντίληψη περί φιλελεύθερης δημοκρατίας, η δημοκρατία στην εποχή της κλασικής Ελλάδας έχει υπαρξιακό χαρακτήρα: Η συμμετοχή του πολίτη στη λήψη αποφάσεων για την πόλιν του καθορίζει την ευδαιμονία του, την καλή ζωή· και το καλό της πόλεως καθορίζει την ποιότητα του ατομικού τρόπου ζωής, όπως αναδεικνύεται στο πρώτο βιβλίο του έργου «Ηθικά Νικομάχεια» του Αριστοτέλη.

Η σημερινή κρίση της φιλελεύθερης δημοκρατίας φαίνεται να συνδέεται – κατά τη γνώμη μου – με το ότι έχει παραμελήσει την υπαρξιακή και πολιτισμική διάσταση του Πολιτικού.

Η σύγχρονη δημοκρατία μπορεί να ανταποκριθεί επιτυχώς στις επίκαιρες προκλήσεις μόνο αν διδαχθούμε ότι η δημοκρατία δεν είναι απλώς μια μορφή συμβιβαστικής διευθέτησης συμφερόντων για την επιδίωξη του ατομικού οφέλους αλλά προϋποθέτει διάθεση συνεργασίας και ενεργού συμμετοχής».

Συχνά γίνεται λόγος για μορφές «ανελεύθερης δημοκρατίας». Από συνταγματική σκοπιά όμως, δεν νοείται δημοκρατία χωρίς δικαιοκρατικές εγγυήσεις για την ατομική ελευθερία και ελεύθερες εκλογές. Υπό το πρίσμα αυτό, ο όρος «ανελεύθερη δημοκρατία» δεν εμφανίζεται παρά ως ένας μάλλον αντιφατικός ευφημισμός. Ισχύει το ίδιο από φιλοσοφική σκοπιά;

«Η διάκριση μεταξύ δημοκρατικής αρχής και αρχής του κράτους δικαίου γίνεται και στη γερμανική συνταγματική θεωρία. Ο Jϋrgen Habermas μιλάει για την κοινή αφετηρία ατομικών δικαιωμάτων και δημοκρατικού αυτοπροσδιορισμού.

Όσο κατανοητή και αν είναι αυτή η αντίθεση, οδηγεί συστηματικά σε παρανοήσεις: η δημοκρατία δεν ορίζεται από την αρχή της πλειοψηφίας ως διαδικασίας συλλογικής λήψης αποφάσεων αλλά από τη γενική ικανότητα καταρχήν συναίνεσης και αποδοχής μιας ορισμένης θεμελιώδους θεσμικής δομής.

Αυτή η συναίνεση δεν θα ήταν ορθολογική εκ μέρους των πολιτών χωρίς την εγγύηση ατομικών δικαιωμάτων και χωρίς επίτευξη αλληλεγγύης μέσω του κοινωνικού κράτους.

Η πλειοψηφία δεν νομιμοποιείται να κυριαρχεί επί της μειοψηφίας: Ατομικά δικαιώματα, προστασία των μειοψηφιών και λήψη αποφάσεων βάσει της αρχής της πλειοψηφίας σχηματίζουν από κοινού με την αλληλεγγύη του κοινωνικού κράτους μια κανονιστική ενότητα, η οποία συγκροτεί τη δημοκρατία και λειτουργεί ως προϋπόθεσή της».

Στην παρούσα φάση είμαστε αντιμέτωποι με προβλήματα πολιτικής αστάθειας σε σημαντικά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ίδια στιγμή αυξάνεται συνεχώς η εκλογική επιρροή κομμάτων που ανήκουν στον χώρο του λαϊκισμού. Υπάρχουν κατά τη γνώμη σας συγκεκριμένες αιτίες για τις εξελίξεις αυτές;

«Μία από τις βασικές αιτίες είναι κατά τη γνώμη μου ότι οι καθοριστικές δημοκρατικές δυνάμεις της Φιλελεύθερης Δημοκρατίας δεν αντιμετώπισαν με επάρκεια τις σημαντικές προκλήσεις της εποχής μας.

Στις προκλήσεις αυτές ανήκει η θεματική του προσφυγικού ζητήματος και η άκρατη αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων αλλά και οι διεθνείς προκλήσεις της διασφάλισης της ειρήνης και της προστασίας του περιβάλλοντος.

Οι καθοριστικοί πολιτικοί παίκτες παραμένουν τα εθνικά κράτη, παρότι οι σημαντικότερες προκλήσεις απαιτούν διεθνή συνεργασία και κοινή ατζέντα σε παγκόσμιο επίπεδο».

Πέραν της πολιτικής αστάθειας στην Ευρώπη και της επικίνδυνης φάσης που διανύουν για την ασφάλεια της περιοχής, φαίνεται να αυξάνονται οι πιέσεις λόγω των πολιτικών εξελίξεων στις ΗΠΑ. Συγχρόνως αυξάνεται σταθερά η οικονομική ισχύς της Κίνας. Θα ήταν κατά τη γνώμη σας απαραίτητο να επεξεργαστούμε ακόμη και θεσμικές μεταρρυθμίσεις της ΕΕ προκειμένου να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία τις νέες προκλήσεις;

«Η ΕΕ είναι η τρίτη παγκόσμια οικονομική υπερδύναμη μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα και συγχρόνως έχει αποδυναμωθεί πολιτικά σε σημαντικό βαθμό λόγω των πρόσφατων εξελίξεων.

Αν συνεχιστεί η τάση της διαμόρφωσης μιας νέας τάξης δύο πόλων, αντικρίζω με απαισιοδοξία τις προοπτικές για έναν αυτόνομο ρόλο της Ευρώπης. Η ελπίδα μου είναι να επικρατήσει η εναλλακτική μιας πολυπολικής τάξης πραγμάτων, στο πλαίσιο της οποίας η Ευρώπη θα αδράξει την ευκαιρία να αποτελέσει μια εξισορροπητική εξουσία, βασιζόμενη σε συνεργασίες και στην αποκλιμάκωση των εντάσεων.

Ωστόσο, οι πιθανότητες να εκπληρωθεί αυτή η ελπίδα έχει μειωθεί λόγω της κλιμάκωσης του πολέμου στην Ουκρανία και των αυξανόμενων εντάξεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας».

Ανέκαθεν οι γαλλο-γερμανικές σχέσεις ήταν κεντρικής σημασίας για τη βιωσιμότητα και τις προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει αλλάξει την τελευταία περίοδο αυτό το παράδειγμα;

«Έχουν παρέλθει εδώ και χρόνια οι καιροί της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης χάρη στη γαλλο-γερμανική «ατμομηχανή». Τούτο συνδέεται τόσο με τη νέα αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και με τις χαμένες ευκαιρίες για στενότερη γαλλο-γερμανική συνεργασία την εποχή Merkel – Macron.

Για το μέλλον ελπίζω σε κάτι καλύτερο από μια ασθενική ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπου άλλα κράτη-μέλη εντείνουν τη συνεργασία τους και άλλα κρατούν αποστάσεις ή αρνούνται την πολιτική ολοκλήρωση, φερόμενοι ως απλοί «εξωτερικοί συνεργάτες» της Ένωσης. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να καθορίζεται το μέτρο της ευρωπαϊκής συνεργασίας από τα εκάστοτε πιο απρόθυμα κράτη-μέλη».

Julian Nida-Rumelin: «Έχουν παρέλθει οι καιροί της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης»