Την Κυριακή δημοσιεύτηκε άρθρο της επίκουρης Καθηγήτριας Νεότερης και Σύγχρονης Πολιτικής και Κοινωνικής Ιστορίας της Ευρώπης του ΕΚΠΑ κ. Τζένης Λιαλιούτη στο αφιέρωμα για τις αμερικανικές εκλογές των Νέων Εποχών του Βήματος.
Το άρθρο υπό τον τίτλο “Περιμένοντας τον πλανητάρχη” σχολιάζει τη σχέση του πολιτικού συστήματος με την εικόνα των ΗΠΑ.
Περιμένοντας τον πλανητάρχη
Είμαστε «μια πόλη χτισμένη ψηλά στο βουνό, τα βλέμματα όλου του κόσμου είναι στραμμένα πάνω μας» επαναλάμβαναν, παραφράζοντας το Ευαγγέλιο, ο ένας μετά τον άλλον, αμερικανοί πολιτικοί ηγέτες, προβάλλοντας το αμερικανικό πολιτικό σύστημα ως κάτι εντελώς εξαιρετικό, στην ιστορία της ανθρωπότητας, και συγχρόνως ως οικουμενικό πρότυπο. Δεν ήταν ένα απλό ρητορικό τέχνασμα, αλλά πεποίθηση ριζωμένη στην εθνική ιδεολογία.
Στον Ψυχρό Πόλεμο, ο εθνικός αυτός μύθος εξελίχθηκε σε ένα ισχυρό προπαγανδιστικό όπλο έναντι του μεγάλου αντιπάλου, της Σοβιετικής Ενωσης και του κομμουνισμού. Η ανάδειξη της αμερικανικής δημοκρατίας σε πρότυπο για τον «Ελεύθερο Κόσμο» ήταν από τα συστατικά στοιχεία της ηγεμονίας των ΗΠΑ. Η αμερικανική δημόσια διπλωματία, με οργανωτικό φορέα τη United States Information Agency (USIA), αντιλαμβανόταν το πολιτικό σύστημα ως στοιχείο της αμερικανικής ισχύος. Μέσα από μία δέσμη δράσεων φιλοτεχνούσε την εικόνα της Αμερικής ως δημοκρατικής και πλουραλιστικής κοινωνίας, ενώ επιχειρούσε συστηματικά να εκτιμήσει την απήχηση αυτής της εικόνας στη διεθνή κοινή γνώμη.
Η προσπάθεια αυτή βρέθηκε αντιμέτωπη με μια σειρά από εθνικές και διεθνείς προκλήσεις, όπως οι φυλετικές διακρίσεις, η δολοφονία Κένεντι και ο πόλεμος του Βιετνάμ. Η ελληνική δικτατορία και οι προσλήψεις που σχηματίστηκαν στην ελληνική κοινωνία αναφορικά με τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, υπήρξε επίσης μία τέτοια πρόκληση. Στις μάλλον περιορισμένης επιτυχίας δράσεις με τις οποίες η USIA επιχείρησε να αντιμετωπίσει την αμφισβήτηση της αμερικανικής δημοκρατίας από την ελληνική κοινή γνώμη περιλαμβάνονταν και η διοργάνωση έκθεσης αφιερωμένης στις προεδρικές εκλογές του 1972, που φιλοξενήθηκε στο ξενοδοχείο Χίλτον.
Με τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου ο αμερικανός πρόεδρος απολάμβανε την αίγλη του «πλανητάρχη» επειδή αναγνωριζόταν ως γεωπολιτικά και ιδεολογικά κυρίαρχος. Η φιλελεύθερη δημοκρατία και το αμερικανικό μοντέλο της φαίνονταν να είναι το τελευταίο κεφάλαιο της Ιστορίας. Στα 1999 οι ΗΠΑ προχώρησαν στην κατάργηση της USIA κλείνοντας έτσι ένα μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία της δημόσιας διπλωματίας και προπαγάνδας. Λίγα χρόνια μετά, στη διάρκεια της προεδρίας Μπους και των πολέμων κατά της Τρομοκρατίας, ο αντιαμερικανισμός διεθνώς έφτασε σε πρωτόγνωρα για τα μεταψυχροπολεμικά δεδομένα επίπεδα. Το φαινόμενο έγινε αντιληπτό ως απειλή για την αμερικανική ισχύ.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ανάγκη ανόρθωσης της εικόνας των ΗΠΑ βρέθηκε στο επίκεντρο της καμπάνιας Ομπάμα το 2008. Εμβληματική στιγμή αυτής της καμπάνιας, που απευθυνόταν συγχρόνως στην αμερικανική και στη διεθνή κοινή γνώμη, ήταν η ομιλία του Μπαράκ Ομπάμα ως προεδρικού υποψηφίου στο Βερολίνο. Ο ίδιος, στη λήξη της δεύτερης προεδρικής θητείας, επέλεξε την Αθήνα για να εκφωνήσει μια ομιλία η οποία επιχειρούσε να αναβιώσει τον μύθο της δημοκρατικής πολιτείας που συνιστά οικουμενικό πρότυπο.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, παρά την ιδιαίτερα θετική αποτίμηση της προεδρίας Ομπάμα, η εικόνα των ΗΠΑ φαίνεται να έχει σημαδευτεί από ρωγμές οι οποίες υπερβαίνουν τη συγκυρία της προεδρίας Τραμπ. Οι σημαντικότερες από αυτές αφορούν την πρόσληψη της αμερικανικής ισχύος στο πλαίσιο μιας μεταβαλλόμενης και ασταθούς γεωπολιτικής σκακιέρας, καθώς και την πρόσληψη της αμερικανικής δημοκρατίας. Η μη επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, το 2020, δεν στάθηκε αρκετή για να αναστρέψει τις αρνητικές εντυπώσεις που προκάλεσε η ανάδειξή του στο προεδρικό αξίωμα, σε συνδυασμό με τον προβληματισμό που καταγράφεται διεθνώς για την πόλωση και τον βαθύ διχασμό που χαρακτηρίζουν σήμερα την αμερικανική κοινωνία.
Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center το 2021 οκτώ στους δέκα πολίτες μιας ομάδας δεκαέξι χωρών – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα – απορρίπτουν την ιδέα ότι η αμερικανική δημοκρατία συνιστά πρότυπο, με το 57% να υποστηρίζει ότι έπαψε να έχει αυτόν τον ρόλο τα τελευταία χρόνια και το 23% να δηλώνει ότι δεν τον είχε ποτέ. Οι τάσεις που αναδύονται ως προς την εικόνα της Αμερικής φαίνεται να συμβαδίζουν με τις μεταβολές στην εθνική αυτοεικόνα. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση (πηγή «New York Times»), το 76% των Αμερικανών εμφανίζεται να πρεσβεύει πως η αμερικανική δημοκρατία απειλείται, παρότι η απειλή αυτή ερμηνεύεται με πολύ διαφορετικούς τρόπους.
Ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου είναι αμφίβολο αν θα μπορεί να μιμηθεί τους προκατόχους του δηλώνοντας πως ηγείται μιας δημοκρατικής πολιτείας «χτισμένης ψηλά στο βουνό» προς την οποία η υφήλιος στρέφει το βλέμμα με θαυμασμό.