Σήμερα ζούμε μία μεγάλη χρηματιστηριακή κρίση (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ασφαλιστικά ταμεία κ.τ.λ.). Μάλιστα υπάρχουν αυξημένες εκτιμήσεις ότι οδηγούμεθα σε σημαντική ύφεση και υπάρχει ήδη σοβαρό πρόβλημα στο διεθνές εμπόριο, άρα υπάρχουν ζητήματα επιχειρηματικής επιβίωσης στον χώρο αυτό. Και όμως, η παραπάνω περιγραφή δεν περιλαμβάνει τέσσερις μεγάλους κινδύνους που διατρέχουμε.
Ο πρώτος και ο πιο «σκοτεινός», με την έννοια ότι οι πολίτες δύσκολα τον αναγνωρίζουν, είναι να τρωθεί η θεσμική αξιοπιστία της μεγαλύτερης οικονομικής δύναμης (τουλάχιστον σε όρους κατά κεφαλή ΑΕΠ και πληθυσμού) στον κόσμο, δηλαδή τις ΗΠΑ. Ένα μέρος της κατάρρευσης των κεφαλαιαγορών σχετίζεται με αυτήν τη θεσμική αναξιοπιστία που αναδύει ο τρόπος χειρισμού του δασμολογικού από τον Trump.
Αυτό δεν είναι απλό θέμα, και όταν χάνεται η αξιοπιστία, πολύ δύσκολα επαναποκτάται. Η καλή οικονομική διοίκηση είτε κρατών είτε οργανισμών έχει ένα κρίσιμο συντελεστή παραγωγής: την προβλεπτικότητα. Δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζεις το μέλλον. Είναι όμως απαραίτητο να μπορεί να προβλέψεις τα εναλλακτικά σενάρια του μέλλοντος και να τοποθετηθείς σ’ αυτά. Σήμερα η ικανότητα αυτή δεν έχει χαθεί. Όμως τα σενάρια που πρέπει να καλύψουν το μέλλον απέχουν πάρα πολύ μεταξύ τους και αυτό είναι πρόβλημα.
Η προβλεπτικότητα, λοιπόν, έχει μειωθεί σημαντικά. Μάλιστα οι απώλειες στα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου έχουν αυτό το υπόβαθρο. Μάλιστα όταν ο βαθμός θετικής συσχέτισης μετοχών και ομόλογων είναι υψηλός (όπως συμβαίνει σήμερα), τότε βρισκόμαστε σε σοβαρή κρίση αξιοπιστίας του οικονομικού συστήματος που για να έχει μειωμένο κίνδυνο (για να λειτουργεί) χρειάζεται μία ισόρροπη οργάνωση χαρτοφυλακίου.
Συναφές με τον πρώτο κίνδυνο είναι η προοπτική απώλειας της εμπιστοσύνης στο δολάριο και ως αποθετικό μέσο αλλά και ως αξία χρηματοδότησης του αμερικανικού δημόσιου χρέους. Βεβαίως, το μεγαλύτερο μέρος του αμερικανικού χρέους το έχουν οι ίδιες οι ΗΠΑ αλλά μία συστηματική υποτίμηση του δολαρίου απέναντι στα σημαντικότερα ανταγωνιστικά νομίσματα του κόσμου αποδυναμώνει τη σημερινή χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική του κόσμου και αυτό είναι πλέον πολύ σοβαρό ζήτημα.
Ο τρίτος σχετίζεται καθαρά με την πολιτική και τη γεωστρατηγική. Η οικονομική ιστορία έχει διδάξει ότι όποτε είχαμε ένταση των δασμολογικών τειχών, η ανθρωπότητα έφτασε κοντά σε γεωστρατηγικές ρήξεις. Εάν οι κοινωνίες δεν συνομιλούν (συναλλάσσονται), τότε πολεμούν. Η μόνη δηλαδή χειρότερη κατάσταση από έναν εμπορικό πόλεμο είναι ένας πραγματικός πόλεμος. Αυτή η εκδοχή μπορεί να έλθει και από ένα επιπλέον λόγο. Εάν αποτύχει η παρούσα πλατφόρμα του Trump, πιθανόν να πρέπει να δημιουργηθεί ένα μεγαλύτερο πρόβλημα για να ξεχαστεί το προηγούμενο.
Τέλος, ο τέταρτος σχετίζεται με την Κίνα που έχει περίπου 480 δισ. εξαγωγές στις ΗΠΑ. Ο δασμικός πόλεμος μπορεί να την οδηγήσει βαθύτερα σε αποπληθωρισμό και ύφεση. Και αυτό δεν θα είναι καθόλου καλό για την παγκόσμια οικονομία, ενώ μικρή πίεση θα ασκήσει στο εσωτερικό της πολιτικό σύστημα.
Συνεπώς, έχουμε λόγο να είμαστε σκεπτικοί αυτήν την περίοδο. Επειδή πάντως υπάρχουν και καλά σενάρια εξέλιξης μέσα σ’ αυτήν την πολύ αρνητική ατμόσφαιρα, ας ελπίσουμε ότι θα επικρατήσουν. Προς την κατεύθυνση αυτή μπορεί να λειτουργήσουν η επιτάχυνση της μείωσης της αξίας των αμερικανικών ομόλογων (4,88% απόδοση) που ήδη παρατηρείται (ο δεύτερος κίνδυνος) και η αναβάθμιση των πληθωριστικών προσδοκιών των Αμερικανών (στο 4%) που προοιωνίζει αρνητική πολιτική προοπτική για τους ρεπουμπλικάνους (ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές σε 18 μήνες περίπου).
Πρώτη δημοσίευση εδώ