Δεν είναι εύκολο να μιλήσεις για τον Δάσκαλό σου. Ιδίως όταν υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από Δάσκαλος· όταν στάθηκε Μέντορας, Οδηγός, Φωτεινός Φάρος σε μια πορεία ζωής και επιστήμης.
Μιλούμε σήμερα για τον Καθηγητή Γεώργιο Δαΐκο, όχι με τα συνηθισμένα λόγια ενός αποχαιρετισμού, αλλά με λόγια ευγνωμοσύνης και βαθειάς μνήμης.
Γιατί ο Γεώργιος Δαΐκος δεν υπήρξε απλώς ένας διακεκριμένος λοιμωξιολόγος, ένας δεινός πανεπιστημιακός ή ένας λαμπρός συγγραφέας. Υπήρξε, διαχρονικά, εκ των θεμελιωτών της σύγχρονης ελληνικής ιατρικής. Και κυρίως: υπήρξε για πολλούς από εμάς ο Μέγας Διδάχος της Ιατρικής.
Κοντά του, διαμορφώσαμε την επιστημονική μας ταυτότητα. Κοντά του, μάθαμε τη σκέψη, το μέτρο, τη συνέπεια, την ευθύνη. Με τον στενό του συνεργάτη, διευθυντή Δημήτριο Μπιλάλη —καθοδηγητή και της δικής μου σταδιοδρομίας στην Ελλάδα— ίδρυσαν την Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στο Λαϊκό Νοσοκομείο, τη δεκαετία του ’70, τότε που λίγοι ακόμη διέβλεπαν τον καταλυτικό ρόλο της. Για εκείνον, η ΜΕΘ δεν ήταν μια εξειδίκευση· ήταν το αποκορύφωμα της παθολογικής σκέψης, το σημείο σύγκλισης όλης της ιατρικής γνώσης για τον πιο ευάλωτο συνάνθρωπο.
Πλήθος ιατρών κοντά του εκπόνησαν τη διδακτορική τους διατριβή, και πολλοί την διατριβή επί υφηγεσία. Όμως πέρα από τα συγγράμματα, τούς αλγόριθμους και τα δεδομένα, εκείνος μας δίδαξε κάτι πολύ σπουδαιότερο: τι σημαίνει να είσαι γιατρός. Όχι ως ρόλος – αλλά ως στάση ζωής.
Μιλούσε για την Ιατρική με λόγια που δεν ξεχνιούνται. «Η πλέον υψηλού επιπέδου μορφή Παθολογίας», έγραφε για τη ΜΕΘ, και προσέθετε: «Είναι εθνική ανάγκη, και σύντομα όλος ο κόσμος θα το καταλάβει». Το καταλάβαμε όλοι, πικρά και βίαια, στην πανδημία COVID-19. Κι ακόμη, επικαλείτο τη φράση του Καθηγητή Γαρδίκα που «μαθήτευσε» ως ασθενής στη ΜΕΘ : «Ο γιατρός στη ΜΕΘ πρέπει να γνωρίζει τα πάντα – και να τα γνωρίζει άριστα. Γιατί ο βαριά άρρωστος δεν έχει το προνόμιο της αναμονής ή της αναβολής.»
Κάποτε, σε μια από εκείνες τις κουβέντες που σε σημαδεύουν, μας είπε: «Ο καλός λόγος, η αγάπη στον άρρωστο και τον συγγενή μπορεί να αποτρέψει την άσκηση της ανθρώπινης κτηνιατρικής.» Δεν εννοούσε τίποτε λιγότερο από τούτο: Χωρίς αγάπη, η Ιατρική γίνεται μηχανισμός. Χωρίς ψυχή, η επιστήμη γίνεται ψυχρή ισχύς. Και ο ασθενής παύει να είναι άνθρωπος – γίνεται “περιστατικό”.
>Εκείνος μας δίδαξε όχι μόνο να σκεφτόμαστε, αλλά και να αισθανόμαστε. Όχι μόνο να θεραπεύουμε, αλλά και να φροντίζουμε. Να βλέπουμε πίσω από τα νούμερα τον άνθρωπο. Και να θυμόμαστε πάντα ότι η Ιατρική είναι πράξη αγάπης.
Και τώρα, λίγες μέρες μετά που ο κηρός του έσβησε αθόρυβα, πλήρης ημερών νιώθουμε τη φλόγα του έργου του πιο λαμπρή από ποτέ.
Γιατί δεν είναι το κερί που μετρά, αλλά το φως που άφησε.
Κι εκείνος φώτισε γενιές γιατρών — με γνώση, με ήθος, με ανθρωπιά.
Ό,τι μας έδωσε, το κουβαλούμε.
Ό,τι μας έμαθε, το συνεχίζουμε.
Όσο ζούμε.
Και κάθε φορά που νιώθουμε το κύμα της ευθύνης να ’ρχεται μεγάλο και σκοτεινό, θυμόμαστε τη φωνή του:
«Κάνε υπομονή.»
Καλό σου ταξίδι, αγαπημένε μας Δάσκαλε. Και σ’ ευχαριστούμε. Όλοι εμείς, οι γιατροί της Ελλάδας.
Χαράλαμπος Ρούσσος
Επίτιμος Καθηγητής – Ακαδημαϊκός