Η εφημερίδα τα “ΝΕΑ” δημοσίευσε την 1η Αυγούστου 2022 άρθρο του Ομότιμου Καθηγητή Οικονομικών του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, κ. Παναγιώτη Ε. Πετράκη, με τίτλο: “Ανισοκατανομή, ανάκαμψη και κρίση”.
Το άρθρο αναφέρει τα εξής:
Μόλις κυκλοφόρησαν (27 Ιουλίου) τρία Δελτία Τύπου της ΕΛΣΤΑΤ για την «Οικονομική Ανισότητα», τον «Κίνδυνο Φτώχειας», την «Υλική και Κοινωνική Στέρηση και τις Συνθήκες Διαβίωσης», στην Ελλάδα, με επεξεργασία των στατιστικών στοιχείων μέχρι το 2020. Μάλιστα οι δημοσιεύσεις έδωσαν αφορμή σε λανθασμένες πολιτικές αντιπαραθέσεις οι οποίες μπέρδεψαν το έτος επεξεργασίας με το έτος αναφοράς. Δυστυχώς η διετής καθυστέρηση στη δημοσίευση των στοιχείων στερεί την ανάλυση από μία αποτελεσματική, από πλευράς πολιτικής, κριτική της πραγματικότητας παρ’ όλο που η σπουδαιότητα των πληροφοριών που περιέχουν τα στοιχεία είναι πολύ μεγάλη κυρίως για την κοινωνική συνοχή, την οικονομική πολιτική και βεβαίως την πολιτική.
Εμείς εδώ θα μείνουμε σε τρεις βασικούς δείκτες: τον δείκτη οικονομικής ανισότητας 2009-2020, το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό, 2014-2020 και τέλος την ποσοστιαία κατανομή του πληθυσμού με υλικές και κοινωνικές και υλικές στερήσεις, 2014-2020.
Η οικονομική ανισότητα μετριέται από τον δείκτη Gini που είναι ο λόγος των αθροιστικών μεριδίων του πληθυσμού κατανεμημένου ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος προς το αθροιστικό μερίδιο του συνολικού εισοδήματος όλου του πληθυσμού. Αν όλο το εθνικό εισόδημα το είχε ένα άτομο, ο δείκτης θα ήταν 1. Δηλαδή όσο ο δείκτης αυτός αυξάνεται τόσο μεγαλώνει η ανισότητα. Τα ευρήματα δείχνουν ότι ο δείκτης αυτός άρχισε να βελτιώνεται (μειώθηκε δηλαδή η ανισοκατανομή) από το 2014, ουσιαστικά όμως από το 2016 και το 2017 μέχρι το 2018 οπότε αρχίζει ξανά η επιδείνωσή του. Τα χρόνια 2019 και 2020 ήταν χρόνια σοβαρής επιδείνωσής του. Με άλλα λόγια η σταθεροποίηση-ανάκαμψη της οικονομίας από το 2018 και μετά όπως και η ύφεση του COVID του 2020 επιδείνωσαν τον δείκτη.
Με την εξέλιξη αυτή είναι σύμφωνα και τα στοιχεία για το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό: δηλαδή πληθυσμός που στερείται 7 από έναν κατάλογο 13 αγαθών και υπηρεσιών ή που διαβιοί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας.
Το ποσοστό αυτό στην Ελλάδα (και την Ευρώπη) άρχισε να μειώνεται το 2015 και από 35,6% που ήταν τον χρόνο αυτόν έγινε 28,9%, ενώ αρχίζει πάλι να αυξάνεται από το 2020.
Η ποσοστιαία κατανομή του πληθυσμού με σοβαρές υλικές και κοινωνικές στερήσεις αρχίζει να μειώνεται το 2016 (21,1%) αλλά συνεχίζει να μειώνεται συνεχώς μέχρι το 2020 οπότε φθάνει στο 14,8%(!), σχεδόν όσο και στην Ευρώπη.
Πολλοί θα σπεύσουν να δώσουν μία πολιτική διάσταση στα ευρήματα αυτά αλλά χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή για να γίνει κάτι τέτοιο. Ένας βασικός λόγος είναι ότι δεν γνωρίζουμε εάν παρατηρούμενες βελτιώσεις στην ανισοκατανομή οφείλονται στην απόλυτη βελτίωση της εισοδηματικής κατάστασης των κατώτερων στρωμάτων ή στην απόλυτη χειροτέρευση των ανώτερων στρωμάτων, ή σε συνδυασμό τους.
Έχουμε όμως μία ισχυρή υποψία ότι στις σημερινές συνθήκες της οικονομίας της Ελλάδος, αλλά και της δυτικής οικονομίας γενικότερα, οι λιγότερο ευνοημένοι δεν μπορούν να «ακολουθήσουν» στην ανάκαμψη, για πολλούς λόγους που απαιτούν ιδιαίτερη ανάλυση. Εδώ μάλιστα ανοίγει η πόρτα της ουσιαστικής κοινωνικής πολιτικής που τα επόμενα χρόνια θα έχει μεγάλη επικαιρότητα.
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Τα Νέα, 01 Αυγούστου 2022
Δείτε την αναδημοσίευση στο InDeep Analysis: http://indeepanalysis.gr/oikonomia/anisokatanomi-anakampsi-kai-krisi