Η εφημερίδα τα “ΝΕΑ” δημοσίευσε στις 16 Ιανουαρίου 2023 άρθρο του Ομότιμου Καθηγητή Οικονομικών του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, κ. Παναγιώτη Ε. Πετράκη, με τίτλο: “Μεικτά σήματα βελτίωσης”.
Το άρθρο αναφέρει τα εξής:
“Έχουμε εισέλθει σε μία περίοδο αυξήσεως των επιτοκίων και δημιουργούνται δύο βασικά ερωτήματα: πόσο και με ποια χρονική εξέλιξη θα συνεχιστούν οι αυξήσεις αυτές και κατά πόσο αυτές οι αυξήσεις, που αναμφισβήτητα επιβαρύνουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, θα έχουν τελικά επίπτωση και στην καταναλωτική συμπεριφορά που είναι βασικός προωθητικός παράγοντας της οικονομικής δραστηριότητας και ανάπτυξης.
Αναφορικά με το πρώτο ερώτημα η εκτίμηση που υπάρχει σήμερα είναι ότι το US Fed funds rate θα φτάσει στο ανώτατο σημείο του (ίσως 5,25%) το τρίτο τρίμηνο του έτους αυτού για να αρχίσει να μειώνεται στη συνέχεια έτσι ώστε το 2024 να προσεγγίσει το 3,75%. Το ECB main refi rate θα προσεγγίσει το 3,25% μέσα στο 2023, το 3,75% το πρώτο τρίμηνο του 2024 για να αρχίσει την καθοδική του πορεία στη συνέχεια. Το ίδιο θα παρατηρηθεί στη Μ. Βρετανία και στην Ιαπωνία. Να σημειωθεί ότι εκτιμάται πως ο πληθωρισμός έφθασε τα ανώτατα σημεία του το τελευταίο τρίμηνο του 2022 και έκτοτε βρίσκεται σε καθοδική πορεία.
Όμως φαίνεται ότι και το πρότυπο εξέλιξης των επιτοκίων και τα υπάρχοντα επίπεδα χρέους εν τέλει επιδρούν προς την κατεύθυνση της αρνητικής επίδρασης στην κατανάλωση αλλά με ήπια ένταση.
Να σημειωθεί ότι τα stress tests των συστηματικών τραπεζών στην Ελλάδα που διενεργήθηκαν πρόσφατα, χρησιμεύουν και για την εκτίμηση του κινδύνου επιβάρυνσης της δυνατότητας αποπληρωμής των τραπεζικών δανείων και επηρεασμού των δεικτών δημιουργίας νέας γενιάς κόκκινων δανείων. Διαπιστώθηκε λοιπόν ότι οι σχετικοί δείκτες κινούνται σε ελεγχόμενα επίπεδα.
Βεβαίως δεν θα παρατηρηθούν τα ίδια φαινόμενα σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες (Oxford Economics). Έτσι η Ισπανία, η Ιταλία, η Κύπρος θα είναι μεταξύ αυτών που θα υποστούν από τις αυξήσεις των επιτοκίων τις σημαντικότερες αρνητικές συνέπειες στην κατανάλωση (-0,5% μέχρι το 2024) σε σύγκριση με το σενάριο που τα επιτόκια θα διατηρούντο σταθερά. Αντιθέτως οι επιπτώσεις σε Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιρλανδία και Δανία θα είναι πολύ μικρότερες. Στην Ελλάδα η επιδείνωση στις υποχρεώσεις των νοικοκυριών για την αποπληρωμή των δανείων τους και συνακόλουθα η επίπτωση στην κατανάλωση θα είναι μικρή, κοντά με αυτήν της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ιρλανδίας με τη μεγαλύτερη συγκριτικά επίπτωση να εντοπίζεται το 2023 (λιγότερο από 0,2%).
Βεβαίως η επίπτωση στην καταναλωτική συμπεριφορά δεν είναι η ίδια σε όλα τα νοικοκυριά αλλά κυμαίνεται αναλόγως του εισοδηματικού τους επιπέδου. Διαπιστώνεται ότι νοικοκυριά με υψηλότερα εισοδήματα αφενός μεν έχουν υψηλότερη έκθεση στον κίνδυνο επιτοκίων και βεβαίως υφίστανται μεγαλύτερη αρνητική επίπτωση. Ομως η μεγαλύτερη αποταμιευτική τους δυνατότητα και ο υψηλότερος πλούτος που διαθέτουν τους επιτρέπουν πολύ καλύτερη διαχείριση των αυξημένων επιτοκιακών υποχρεώσεων.
Εν τέλει μεγαλύτερη επίπτωση θα υπάρξει στην οικονομική δραστηριότητα από τον περιορισμό της ζήτησης των νέων δανείων (λόγω αύξησης των επιτοκίων) παρά από τον περιορισμό της κατανάλωσης. Σε κάθε περίπτωση στην Ελλάδα με σκοπό την ανακούφιση των πληττόμενων οι τράπεζες ανέπτυξαν ένα σύστημα χρηματοοικονομικής βοήθειας και διαχείρισης προς τα νοικοκυριά που πλήττονται από τις αυξήσεις επιτοκίων, που πάντως υπολογίζονται αρχικά σε αριθμό λιγότερα από 30.000.”
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Τα Νέα, 6 Φεβρουαρίου 2023
Δείτε την αναδημοσίευση στο InDeep Analysis: http://indeepanalysis.gr/oikonomia/afxiseis-epitokiwn-kai-oikogeniakoi-proypologismoi