- Οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχουν ήδη περάσει στα επιτόκια δανεισμού όχι όμως και στα επιτόκια καταθέσεων. Γιατί οι τράπεζες καθυστερούν να περάσουν την αύξηση και στα επιτόκια καταθέσεων;
Η υπαρκτή καθυστέρηση της αύξησης των επιτοκίων καταθέσεων από τις τράπεζες οφείλεται στην ολιγοπωλιακή δομή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος (οι 4 συστημικές ελέγχουν το 97% της αγοράς), στους υψηλότερους από τον μέσο όρο της ευρωζώνης δείκτες ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών καθιστώντας περιττή την προσέλκυση καταθετών, και στο χαμηλότερο έναντι του μέσου όρου στην ευρωζώνη ύψος των χορηγούμενων δανείων σε σχέση με τις καταθέσεις.
Η κατάσταση αυτή προκαλεί εύλογες ανησυχίες αναφορικά με την αποτελεσματικότητα της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην χώρα μας.
- Σε ποιο επίπεδο εκτιμάται ότι θα μπορούσαν οι τράπεζες να διαμορφώσουν το ύψος των επιτοκίων στις καταθέσεις;
Η τελευταία αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ κατά 0,75%, που έφερε στο 2% τη σωρευτική αύξησή τους από τον Ιούλιο, αναγκάζει τις ελληνικές τράπεζες να προσαρμοστούν ταχύτερα στο νέο περιβάλλον επιτοκίων της ευρωζώνης αυξάνοντας και τα επιτόκια των καταθέσεων. Σε αυτό συντείνουν και οι πιέσεις, κοινωνικές και πολιτικές, που δέχονται όπως και οι έκδηλες ανησυχίες και προβληματισμοί της ΤτΕ.
Το ακριβές ύψος των επιτοκίων καταθέσεων είναι σε συνάρτηση των οικονομικών και νομισματικών συνθηκών και αναμένεται ότι θα προσεγγίσει σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, όπως και στο εξωτερικό, ανάλογα το είδος των καταθέσεων και την χρονική τους διάρκεια, την περιοχή από 0,5%-1%.
- Εκφράζονται ανησυχίες για μία νέα κόκκινων δανείων λόγω των υψηλών επιτοκίων. Θεωρείται ότι ο κίνδυνος αυτός είναι πράγματι υπαρκτός και σε ποιο βαθμό;
Η αύξηση των επιτοκίων, η διάβρωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών λόγω των έντονων πληθωριστικών πιέσεων και η επιδείνωση των συνθηκών άντλησης ρευστότητας για τις τράπεζες, δυσχεραίνουν την δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους αλλά και την πρόσβαση σε νέες χρηματοδοτήσεις, για τα ελληνικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, καθιστώντας εύλογες τις ανησυχίες αύξησης των κόκκινων δανείων.
Και αυτό σε ένα περιβάλλον όπου το απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει ακόμη υψηλό (10,1% στοιχεία του α΄ εξαμήνου) και πολλαπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, που διαμορφώθηκε στο 1,8%.
Το εάν οι ανησυχίες θα μετουσιωθούν σε υπαρκτό κίνδυνο εξαρτάται από τις μελλοντικές οικονομικές συνθήκες αλλά και από την αποτελεσματικότητα της δράσης τόσο των τραπεζών όσο και της ΕΚΤ.
ΠΗΓΗ: ΕΡΤ NEWS, Δημοσιογράφος Κωνσταντίνα Δημητρούλη