Η στόχευση της κυτταρικής γήρανσης ως θεραπευτική στρατηγική θεωρείται πολλά υποσχόμενη για την αντιμετώπιση ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία, συμπεριλαμβανομένων του καρκίνου και παθήσεων της καρδιάς, των πνευμόνων και των νεφρών, των νευροεκφυλιστικών και μυοσκελετικών ασθενειών. Όμως η κυτταρική γήρανση είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις. Ενώ η χρόνια γήρανση εμπλέκεται ευρέως στην παθολογία των ιστών, η παροδικά επαγόμενη γήρανση συνιστά αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας επούλωσης. Ως εκ τούτου, απαιτείται βαθιά κατανόηση των διαδικασιών που διέπουν την κυτταρική γήρανση για την εξολόθρευση με ακρίβεια των κατάλληλων κυττάρων, την κατάλληλη στιγμή.
Η κυτταρική γήρανση είναι μια αντίδραση του κυττάρου σε κάθε είδους στρεσογόνο ερέθισμα. Το γηρασμένο κύτταρο χαρακτηρίζεται από αναστολή του κυτταρικού κύκλου και αυξημένη εκκριτική δραστηριότητα. Οι πρόσφατες εξελίξεις στα εργαλεία για τη μελέτη της γήρανσης έχουν ανοίξει νέους ορίζοντες για την κατανόηση των ποικίλων ρόλων της στην υγεία και στις νόσους, και για την ανάδειξη των γηρασμένων κυττάρων ως θεραπευτικών στόχων. Ωστόσο, ο εντοπισμός και ο χαρακτηρισμός των γηρασμένων κυττάρων σε ιστούς και ζωντανούς οργανισμούς παρουσιάζει αρκετές εννοιολογικές, μεθοδολογικές και πρακτικές προκλήσεις. Οι πιο διαδεδομένοι δείκτες γήρανσης, οι οποίοι αρχικά ανακαλύφθηκαν και καθιερώθηκαν σε συστήματα κυτταροκαλλιέργειας, συχνά δεν λειτουργούν αποτελεσματικά στο φυσικό περιβάλλον των ιστών και των οργάνων.
Οι πρόσφατα προτεινόμενες κατευθυντήριες οδηγίες “MICSE“, συντομογραφία των λέξεων “Minimal Information on Cellular Senescence Experimentation in vivo”, περιλαμβάνουν ένα σύνολο εργαλείων που επιτρέπει την ακριβέστερη αξιολόγηση του αντίκτυπου των γηρασμένων κυττάρων στις φυσιολογικές και παθολογικές διαδικασίες. Παρέχουν μια ολοκληρωμένη και σύγχρονη επισκόπηση των δεικτών γήρανσης και παρουσιάζουν τις τεχνικές προσαρμογές που απαιτούνται για τους διαφορετικούς τύπους υλικών που διατίθενται για τη μελέτη της γήρανσης, όπως βιοπτικό υλικό από έναν όγκο για παράδειγμα και υγρών βιοψιών όπως είναι δείγματα αίματος, καθένα από τα οποία παρουσιάζουν τις δικές του μοναδικές προκλήσεις και περιορισμούς. Καθώς δεν υπάρχει ένας ευρύς και αποκλειστικός βιοδείκτης για την κυτταρική γήρανση, οι οδηγίες MICSE περιλαμβάνουν ένα σύνολο εργαλείων, δεικτών και τεχνικών, που βασίζονται σε πολλαπλούς δείκτες που πρέπει να εφαρμόζονται και να αξιολογούνται ταυτόχρονα. Οι κατευθυντήριες αυτές οδηγίες δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό “Cell“.
Οι κατευθυντήριες οδηγίες MICSE αποτελούν σύλληψη και έργο των κορυφαίων επιστημόνων στο πεδίο της γήρανσης από την Αυστρία, την Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιταλία, την Ιαπωνία, το Ισραήλ, τον Καναδά, τη Γερμανία και την Ολλανδία. Μεταξύ αυτών είναι ο καθηγητής Βασίλης Γοργούλης, από την Ιατρική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ως αναγνώρισης της συμβολής του στο πεδίο με την ανακάλυψη νέων καινοτόμων εργαλείων για την ανίχνευση της κυτταρικής γήρανσης. “Η τέχνη είναι το εγώ, η επιστήμη είναι το εμείς” είναι μια εξέχουσα ρήση του Bernard, ενός από τους ονομαστούς υποστηρικτές της πρωτοβουλίας του MICSE. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν αντιτίθεται στην πολύπλευρη φύση και τις διαφορετικές απόψεις που καθιστούν την επιστήμη εύρωστη. Αντιθέτως, η συμφωνία για τις βασικές κατευθυντήριες οδηγίες επιτρέπει την επιστημονική συζήτηση και τον διάλογο πέρα από τα εργαστήρια και τα σύνορα χωρών. Συνεργαζόμενοι και συμφωνώντας σε ένα ενιαίο πλαίσιο, οι ερευνητές μπορούν να διασφαλίσουν ότι όλοι μιλούν την ίδια “γλώσσα” προκειμένου να αντιμετωπίσουν μια από τις πιεστικές προκλήσεις των κοινωνιών μας: την υπεργήρανση των πληθυσμών και την υψηλή κοινωνικοοικονομική επιβάρυνση που συνδέεται με αυτήν, η οποία επιβάλλει στρατηγικές για την καλύτερη υγεία και μακροζωία του ανθρώπου.