Τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2022 (18:00-21:00) το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Ελληνοϊταλικές Σπουδές: Ιστορία, Λογοτεχνία, Κλασική Παράδοση» και το Εργαστήριο Ιταλικής Ιστορίας και Ιστοριογραφίας του Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών διοργάνωσαν στρογγυλή τράπεζα με θέμα: Η διακίνηση του έντυπου και του χειρόγραφου βιβλίου στον ελληνοβενετικό κόσμο, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της Παναγιώτας Τζιβάρα, Χαμένες και Κρυμμένες Βιβλιοθήκες. Ιδιωτικές βιβλιακές συλλογές στη βενετοκρατούμενη Κέρκυρα (16ος-18ος αι.), τ. Α΄-Β΄, Εκδόσεις Άτων – Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας, Αθήνα 2022, τ. Α΄, σ. XXXVIII + 520, τ. Β΄, σ. XXIV+340. Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Αμφιθέατρο «Άλκης Αργυριάδης» (Κεντρικό κτήριο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών) απηύθυναν χαιρετισμό ο Καθηγητής Αχιλλέας Χαλδαιάκης, Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, και ο κ. Θανάσης Μακρής, Πρόεδρος της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας. Στην στρογγυλή τράπεζα συμμετείχαν οι κ.κ.:
Κωνσταντίνος Στάικος, Ιστορικός του βιβλίου, εκδότης, Ιδρυτής της Εταιρείας Κἠπος των Φιλοβίβλων,
Αγαμέμνων Τσελίκας, Παλαιογράφος, τ. Προϊστάμενος του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης,
Γεράσιμος Δ. Παγκράτης, Καθηγητής ΕΚΠΑ, Πρόεδρος Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, και
Παναγιώτα Τζιβάρα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια ΔΠΘ, Τμήμα Ιστορίας-Εθνολογίας.
Τη συζήτηση συντόνισε ο Καθηγητής του ΕΚΠΑ Ιωάννης Δ. Τσόλκας (Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας).
Ο κ. Θανάσης Μακρής στον χαιρετισμό του σημείωσε ότι «η αποψινή εκδήλωση στους χώρους του Πανεπιστημίου Αθηνών, ως μια συνέχεια της πανηγυρικής παρουσίασης που πραγματοποιήθηκε στην Αναγνωστική Εταιρία προ ενός μηνός [4 Νοεμβρίου 2022], αποτελεί ιδιαίτερη χαρά και τιμή για την Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας, τόσο γιατί η παρουσιαζόμενη νέα δίτομη έκδοση είναι ο καρπός της συνεργασίας μας με τις εμβληματικές εκδόσεις ΑΤΩΝ και με τον κύριο Στάικο προσωπικά, όσο και γιατί οι δυο αυτοί τόμοι, προϊόν πολυετούς πνευματικού μόχθου της αναπληρώτριας καθηγήτριας κυρίας Παναγιώτας Τζιβάρα, αναγεννούν ένα πολύ σημαντικό μέρος του βιβλιακού πλούτου που υπήρχε στο νησί μας την περίοδο της Ενετοκρατίας».
Ο Καθηγητής Αχιλλέας Χαλδαιάκης, εστιάζοντας στη συγγραφέα, τόνισε ότι: «χαρτογραφεί τους χώρους φύλαξης, ταυτίζει τους τίτλους των βιβλίων με βάση βιβλιογραφικά δεδομένα, κατηγοριοποιεί το περιεχόμενό τους, παρακολουθεί τα δίκτυα προμήθειας και διακίνησης, περιγράφει τις τύχες των βιβλίων στα χέρια κληρονόμων και μετακτητόρων. Δίνει τις μικροϊστορίες κάποιων κτητόρων, αποκρυπτογραφεί τις αναγνωστικές τους προτιμήσεις και τις βιβλιοφιλικές συμπεριφορές, προσπαθεί να αποτυπώσει τις πνευματικὲς στρατηγικὲς που αντλήθηκαν από την ανάγνωσή τους, τη μίμηση δυτικής μόδας και αναγνωστικών προτύπων».
Ο Καθηγητής Γεράσιμος Δ. Παγκράτης συνέχισε στην ίδια κατεύθυνση σημειώνοντας ότι «το βιβλίο αυτό δίνει την εντύπωση σε όποιον γνωρίζει πώς γράφονται οι μελέτες που βασίζονται σε αρχειακή έρευνα, ότι η Γιώτα Τζιβάρα προετοιμαζόταν μια ζωή τώρα:
Με τη διδακτορική της διατριβή για τους δασκάλους και τα σχολεία στη βενετοκρατούμενη Κέρκυρα διαμόρφωσε το ειδικό γνωστικό υπόβαθρο, ανέδειξε την κεντρική προβληματική προσφέροντας πλούσια τεκμηρίωση για τα υποκείμενα της ιστορικής αφήγησης. Τοποθέτησε στη συνέχεια τους φορείς της εκπαίδευσης σε ευρύτερα πλαίσια αναφοράς συγγράφοντας συνθετικές μελέτες για την παιδεία και την εγγραμματοσύνη. Ανέδειξε ξεχωριστές προσωπικότητες της κερκυραϊκής λογιοσύνης που ήταν παράλληλα και βιβλιόφιλοι, ενώ επέλυσε σημαντικά ζητήματα σχετικά με το status των Ελλήνων φοιτητών στην Πάδοβα, ιδιαίτερα ως προς την αξία του πτυχίου τους. Προώθησε μαζί με τον Σπύρο Καρύδη ένα μεγάλο μέρος του προγράμματος για τις μοναστηριακές βιβλιοθήκες της Κέρκυρας. Ενέταξε όλες τις ανακαλύψεις της σε γενικότερα σχήματα μέσω συνθετικών μελετών. Δεν σταμάτησε ποτέ να μελετάει τα εκατοντάδες νοταριακά κατάστιχα και άλλες ιστορικές πηγές των αρχείων της Κέρκυρας και της Βενετίας για να εντοπίσει ινβεντάρια βιβλιοθηκών και άλλα ντοκουμέντα. Προτίμησε πάντα τον δύσκολο δρόμο της αρχειακής εδραίωσης του λόγου της.
Είκοσι πέντε και περισσότερα χρόνια σκληρής δουλειάς οδήγησαν στο αποτέλεσμα που έχουμε στα χέρια μας, ένα έργο αναφοράς στην πολιτισμική ιστορία του Ιονίου αλλά και ένα μοντέλο ως προς τη μεθοδολογία διαχείρισης δύσκολων και μονότονων τεκμηρίων για μια ιδιαίτερα ελκυστική θεματική».
Ο Καθηγητής Ιωάννης Δ. Τσόλκας στο πλαίσιο του συντονισμού της εκδήλωσης, απηύθυνε το ρητορικό ερώτημα «αν μπορεί κανείς να έχει εικόνα ακριβή της παιδείας των ανθρώπων ενός τόπου όταν δεν γνωρίζει τις αναγνωστικές τους προτιμήσεις και το περιεχόμενο των βιβλιοθηκών τους, με τα βιβλία από τα οποία αντλήθηκαν πνευματικές στρατηγικές και εκπορεύτηκε ιδεολογία; Με το ερώτημα αυτό ξεκινά η κ. Τζιβάρα το έργο που παρουσιάζουμε, το οποίο εστιάζει στην Κέρκυρα, κέντρο του Κράτους της Θάλασσας, στη μακροβιότερη βενετική κτήση της Ανατολής, η οποία για τετρακόσια χρόνια και μια δεκαετία επιπλέον, γνώρισε μόνο Βενετούς κυρίους αλλά συγχρωτίστηκε με ανθρώπους από Ανατολή και Δύση.
Σε αυτή την πολυτελή δίτομη έκδοση η κ. Τζιβάρα, μας ξεναγεί στις ιδιωτικές βιβλιοθήκες της βενετοκρατούμενης Κέρκυρας, περιδιαβάζοντας, με όχημα τις αρχειακές πηγές, σε αρχοντικά ευγενών, κελιά μοναχών, γραφεία δοκτόρων, σπίτια και καταστήματα εμπόρων. Με διακριτική ματιά, η οποία δεν παραλείπει να επισημάνει και όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία προσδιορίζουν την κοινωνική και οικονομική ταυτότητα των προσώπων, μας συστήνει τους κτήτορες, μας ξεναγεί στα σπίτια τους, μας περιγράφει τις βιβλιοθήκες και το περιεχόμενό τους, μας εξοικειώνει με τον πολιτικό και κοινωνικό τους περίγυρο. Όπως η ίδια σημειώνει, η εργασία θα μπορούσε να έχει τίτλο «Οι βιβλιοθήκες στο Αρχείο», καθώς στηρίζεται κατά κύριο λόγο στο αρχειακό υλικό, διαθήκες και ινβεντάρια, απογραφές δηλαδή κινητής περιουσίας, που είναι θησαυρισμένα στα νοταριακά κατάστιχα. Ο τίτλος όμως «Χαμένες και Κρυμμένες Βιβλιοθήκες» ανταποκρίνεται ακριβώς στο περιεχόμενο του έργου, καθώς άλλες από τις περιγραφόμενες βιβλιοθήκες έχουν πλέον χαθεί οριστικά και άλλες είναι πολύ πιθανόν είτε να βρίσκονται φυλαγμένες σε κάμαρες και «πόρτιγα» κληρονόμων είτε να κρύβονται με διασκορπισμένα τα μέλη τους στις μεγάλες βιβλιοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Η συγγραφέας επισημαίνει εν τέλει ότι η μελέτη της «δίνει ώθηση για τη συνθετική θεώρηση του θέματος», αναγνωρίζει ότι το θέμα δεν μπορεί να εξαντληθεί στο πλαίσιο «μιας άλλης μονογραφίας ή ενός μοναχικού ερευνητή», ότι χρειάζεται η συνεργασία πολλών και καταλήγει με την αναγγελία των αισιόδοξων μηνυμάτων τα οποία έρχονται από τα ερευνητικά προγράμματα που βρίσκονται σε εξέλιξη και αφορούν τις καταγραφές σημειωμάτων χειρογράφων που φυλάσσονται στις βιβλιοθήκες της Δύσης, τα οποία θα αποκαλύψουν μεταξύ άλλων και τον πλούτο των κερκυραϊκών βιβλιοθηκών του 15ου και του 16ου αιώνα».