του Καθηγητή του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ, Αντώνη Μακρυδημήτρη
24. ΙΙ. 2022
Δεν ήμουν εκεί, γιατί ασθενούσα. Ο ίδιος με είχε αποτρέψει να είμαι παρών, γιατί μελαγχολούσα. Ήταν και μια παλιά ασθένεια, που με ταλαιπωρούσε από καιρό κι ο ίδιος με ενθάρρυνε, όπως πάντα, να απαλλαγώ σύντομα απ’ αυτήν, πράγμα που δεν είχα καταφέρει ακόμα. Τα τελευταία του λόγια που θυμούμαι ήταν – ‘Μην αργείς, ο Θεός έρχεται τώρα να μας συναντήσει’. Ύστερα απ’ αυτά ακολούθησε σιωπή και μετά σύντομοι χαιρετισμοί. Τι εννοούσε ο καθηγητής με τα λόγια αυτά, που θυμίζουν αίνιγμα φιλοσόφου; Οι μαθητές του δεν κατάφεραν ακόμα να ξεδιαλύνουν, αλλά θ’ αποτολμήσω μιαν ερμηνεία, αφού προσδιοριστούν τα ερωτήματα.
Σε ποιον απευθύνεται ο καθηγητής λέγοντας ‘μην αργείς’; Ίσως στον καθένα από εμάς τους μαθητές και φίλους, νεώτερους φίλους, που βρίσκονται μακρύτερα από το σημείο. Ποιο σημείο; Του θανάτου ή της αυτογνωσίας; Σε τι αργοπορούμε να φθάσουμε; Και από ποιο σημείο βρισκόμαστε ακόμα μακριά; Και όταν αναγγέλλει την άφιξη ενός Θεού, που είναι μέσα μας, τι εννοεί; Μήπως ότι είναι μέσα μας εν μέρει κι όχι εν όλω, δυνάμει και όχι ενεργεία; Και γιατί έρχεται ‘τώρα’; Πού βρίσκεται αυτό, το ‘τώρα’, πότε επέρχεται η πλήρης συνάντηση με το θείον; Τη στιγμή του θανάτου; Είναι δυνατόν; Μα τότε δεν φεύγει το πνεύμα από τον άνθρωπο; Και πώς είναι δυνατόν να συναντηθεί κανείς με το θείον, αν όχι πνευματικά;
‘Μην αργείς’, λέει ο αποχωρών ακαδημαϊκός, ‘έρχεται τώρα να μας συναντήσει το θείον’. Πρόσεξε μήπως είσαι απών. Σπεύδε, λοιπόν. Γιατί αυτό που έχουμε μέσα μας δεν μπορεί να τελειωθεί παρά μόνον έως την έσχατη και κορυφαία στιγμή του βίου. Μήπως, εν τέλει, ήθελε να μας πει με τούτη τη φράση ο καθηγητής ότι θνήσκειν και φιλοσοφείν, σκέπτεσθαι και ζην συναντώνται κάποια στιγμή, και πρέπει να είμαστε εκεί; Είτε γιατί θνήσκουμε δίχως πίστη και σκέψη, είτε γιατί προβαίνουμε σε σκέψεις άνευ βάθους και κενές νοήματος ζωής… ‘Σπεύδε’, λοιπόν, ‘και μην αργείς’. Ο Θεός που είναι μέσα μας (η σκέψη και το πνεύμα, δηλαδή) αγγίζει τώρα τη θνητή ύπαρξή μας και την μετατοπίζει στο άπειρο του αιωνίου. Στην αφθαρσία αμάραντης μνήμης. Μετά σιωπή, εσαεί.