Skip to content Skip to sidebar Skip to footer

Του Παναγιώτη Πετράκη, Ομ. Καθηγητή Οικονομικών ΕΚΠΑ

Το να επιστρέψουμε σε χαμηλό πληθωρισμό, με μέτρια προσγείωση της οικονομικής δραστηριότητας, ελαφρά αύξηση της ανεργίας και με σχετική χρηματοπιστωτική σταθερότητα είναι το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα που μπορεί να επιτύχει η οικονομική πολιτική.

Ερχόμαστε από μια περίοδο φθηνού χρήματος και πλούσιας ρευστότητας. Γιατί να μην παραταθεί επ’ αόριστον η φάση αυτή; Αυτό είναι το απλό ερώτημα που έρχεται στο μυαλό των πολιτών και κάθε πολιτικού που θέλει να είναι εύκολα λαϊκά δημοφιλής.

Έχουμε ταχθεί κατά της υπερβολικής αύξησης των επιτοκίων. Όχι όμως και υπέρ των μηδενικών επιτοκίων.

Εξηγούμεθα:

α) Όταν έρθει ξανά ύφεση δε θα έχεις μέσα να την πολεμήσεις. Εάν έχει ενδογενή προέλευση (π.χ. από την αύξηση των επιτοκίων), μπορούμε να την αποτρέψουμε ή να την αντιστρέψουμε. Εάν όμως έχει εξωγενή προέλευση (π.χ. άσχημες καιρικές συνθήκες, ένταση του πολέμου στην Ουκρανία) πρέπει να μπορούμε να αντιδράσουμε με χαμηλότερα επιτόκια.

β) Το οικονομικό σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει με μηδενικό επιτόκιο. Το επιτόκιο είναι στην πραγματικότητα η τιμή του χρόνου και εκφράζει το κίνητρο που έχει ο σημερινός κάτοχος του πλούτου για να στερηθεί την κατανάλωσή του και να την απολαύσει αύριο. Μηδενικό κόστος σημαίνει ότι έχουμε απόλυτη προτίμηση του παρόντος. Δηλαδή δεν υπάρχει αύριο ή ότι το αύριο είναι απολύτως εξασφαλισμένο! Συνεπώς μόνο όταν απειλείται η ύπαρξή μας σήμερα (π.χ. βαθιά ύφεση, COVID) δικαιολογούνται μηδενικά επιτόκια.

γ) Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να ξεχωρίζουμε τις καλές επενδύσεις. Άρα η απόδοσή τους, κατ’ επέκταση το επιτόκιο δανεισμού, είναι σωστό κριτήριο. Ο πιστωτικός επιμερισμός (μοιράζουμε τα κεφάλαια με ποσοτικά κριτήρια) δεν περιέχει αντικειμενικά κριτήρια κρίσης (βλέπε σοσιαλιστικά συστήματα κεντρικού σχεδιασμού). Εξάλλου το κριτήριο της εξασφάλισης της επιστροφής του κεφαλαίου (εγγυήσεις) απλώς στέλνει τον νέο πλούτο στον παλιό πλούτο (συνήθως ακίνητη περιουσία).

δ) Οι καταθέτες πρέπει να βρίσκουν κίνητρο για να καταθέτουν τα χρήματά τους στις τράπεζες! Κατά 86 δισ. ευρώ έχουν μειωθεί (πριν από την πρόσφατη κρίση) οι καταθέσεις στις ευρωπαϊκές τράπεζες τους δύο πρώτους μήνες του 2023 (το ίδιο αλλά λιγότερο και στην Ελλάδα). Τους ελκύουν υψηλότερες αποδόσεις (αμοιβαία κ.λπ.) αλλά βεβαίως τις χρειάζονται και λόγω αύξησης κόστους ζωής.

ε) Πρέπει να περιοριστούν οι πληθωριστικές προσδοκίες. Αυξήσεις των επιτοκίων παραπέμπουν σε μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, άρα και σε μείωση των προσδοκιών ζήτησης, γεγονός που μειώνει την αυξητική ανατιμολόγηση εργασίας, την αυξητική αναπροσαρμογή των ποσοστών κέρδους και των τιμών των προϊόντων.

Βεβαίως η αύξηση των επιτοκίων έχει σοβαρές παρενέργειες:

α) Δημιουργεί προϋποθέσεις ύφεσης.

β) Μειώνει την αξία του χαρτοφυλακίου των επενδύσεων (τράπεζες, funds) αφού οι διαχειριστές έχουν συνηθίσει το εύκολο χρήμα και ενδεχομένως έχουν κάνει κακές επενδύσεις. Η προκαλούμενη νομισματική αναταραχή (λόγω μείωσης της αξίας του χαρτοφυλακίου) θα μειώσει τη χρηματοδότηση των οικονομιών (credit crunch).

γ) Δυσκολεύει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και τους συνεπείς δανειολήπτες. Ευτυχώς ο αριθμός τους στην Ελλάδα είναι περιορισμένος και μπορεί να υπάρξει δέσμη μέτρων για την υποστήριξή τους.

Επιβάλλεται λοιπόν η αύξηση των επιτοκίων (δανεισμού και καταθέσεων) αλλά το σωστό ύψος τους και ο χρόνος εφαρμογής είναι κρίσιμα ερωτήματα.

Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Τα Νέα, 3 Απριλίου 2023

Αναδημοσίευση στο In Deep Analysis: http://indeepanalysis.gr/oikonomia/h-anagkaiotitia-tis-afksisi-twn-epitokiwn

petrakis neaaaaaaa 1

ΕΚΠΑ © 2024. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος

Μετάβαση στο περιεχόμενο
EN