Το Εργαστήριο Ψυχογλωσσολογίας και Νευρογλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας μελετά τις γλωσσικές δεξιότητες παιδιών με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (Δ.Α.Φ.) καθώς και την επίδραση των επιτελικών τους λειτουργιών (για παράδειγμα, της εργαζόμενης μνήμης, του ανασταλτικού ελέγχου ή της γνωστικής ευελιξίας) στις δεξιότητες αυτές.
Σε πρόσφατη δημοσίευσή τους, ερευνητές του εργαστηρίου διερεύνησαν τις παύσεις-σιωπής στις αφηγήσεις παιδιών με ΔΑΦ και νευροτυπικών παιδιών (Peristeri, Drakoulaki, Boznou, Nerantzini, Gena, Lengeris, Varlokosta, 2024) παρατηρήθηκε ότι το ποσοστό παραγωγής ορθών παύσεων-σιωπής, δηλαδή παύσεων στα όρια συντακτικών φράσεων, δεν διέφερε στις αφηγήσεις των δύο ομάδων και ότι όσο πιο πολύπλοκες συντακτικά ήταν οι προτάσεις στις αφηγήσεις των παιδιών, τόσο λιγότερες ήταν οι ορθές παύσεις-σιωπής που έκαναν.
Οι ερευνητές επισήμαναν ότι το ποσοστό παραγωγής ορθών παύσεων-σιωπής δεν διέφερε στις δύο ομάδες, ωστόσο, οι αφηγήσεις των παιδιών με ΔΑΦ παρουσίασαν σημαντικά μικρότερη συντακτική πολυπλοκότητα από τους νευροτυπικούς συνομηλίκους τους, γεγονός που υπονοεί ότι τα παιδιά με ΔΑΦ απέφευγαν να παράγουν συντακτικά σύνθετες αφηγήσεις για να μη χρησιμοποιήσουν ακατάλληλες παύσεις-σιωπής. Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι όσα παιδιά με ΔΑΦ παρήγαγαν συντακτικά σύνθετες αφηγήσεις, παρήγαγαν και περισσότερες παύσεις-σιωπής σε ακατάλληλα σημεία στον αφηγηματικό τους λόγο. Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι σε αντίθεση με τα νευροτυπικά παιδιά, τα παιδιά με ΔΑΦ αφενός παρήγαγαν παύσεις-σιωπής σε ακατάλληλα σημεία, δηλαδή, εντός συντακτικών φράσεων, αφετέρου δεν παρήγαγαν παύσεις-σιωπής σε περιβάλλοντα που επιβάλλεται η παραγωγή τους, όπως στο τέλος μιας συντακτικής φράσης. Τα φαινόμενα αυτά αποδόθηκαν από τους ερευνητές αφενός στη δυσκολία των παιδιών με ΔΑΦ να παράγουν συντακτικά σύνθετες αφηγήσεις, αφετέρου σε ελλείμματα που έχουν σε επιτελικές λειτουργίες, όπως η γνωστική ευελιξία.
Τα πορίσματα της έρευνας αναδεικνύουν τον ρόλο της προσωδίας στη μελέτη του αφηγηματικού λόγου των παιδιών με ΔΑΦ σε σύγκριση με τον αφηγηματικό λόγο των νευροτυπικών συνομιλήκων τους. Επίσης, τα ευρήματα αποκαλύπτουν την αλληλεπίδραση συντακτικής ικανότητας και παύσεων-σιωπής στον λόγο παιδιών με ΔΑΦ, με σημαντικές προεκτάσεις αναφορικά με τρόπους ενίσχυσης της αφηγηματικής και της γλωσσικής τους ικανότητας εν γένει.
Η έρευνα έγινε στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου «Γλωσσικές και γνωστικές στρατηγικές παρέμβασης στις γλωσσικές διαταραχές» (Language and Executive Function Intervention Strategies in Language Disorders – LEFIED), το οποίο υποστηρίχτηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.) στο πλαίσιο της Δράσης «1η Προκήρυξη ερευνητικών έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση των μελών ΔΕΠ και Ερευνητών/τριών και την προμήθεια ερευνητικού εξοπλισμού μεγάλης αξίας» (Αριθμός Έργου: 2992, Ε.Υ.: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα).