Αρκετά ανθεκτική παρουσιάζεται η ιδιωτική κατανάλωση των νοικοκυριών στην Ελλάδα εν μέσω πληθωρισμού και ακρίβειας. Και μάλιστα, η συνολική κατανάλωση αυξάνεται παρά το γεγονός ότι οι προσδοκίες των Ελλήνων καταναλωτών καθίστανται όλο και χειρότερες κάτι που συνιστά μια παραδοξότητα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με πρόσφατη σχετική ανάλυση της Alpha Bank η ιδιωτική κατανάλωση καταγράφει συνεχή άνοδο από το 2021 και μετά, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη ανθεκτικότητα στις πολλαπλές εξωτερικές διαταραχές. Κι αυτό γιατί μετά την πτώση κατά 6,2% το 2020, εξαιτίας της πανδημίας, η ιδιωτική καταναλωτική δαπάνη, σε σταθερές τιμές, αυξήθηκε κατά 5,1% το 2021, 8,6% το 2022 και 1,8% το 2023.
Επιπρόσθετα, το πρώτο εξάμηνο του 2024 η ιδιωτική κατανάλωση, σε πραγματικούς όρους, αυξήθηκε κατά 2% σε ετήσια βάση, λαμβάνοντας ώθηση από τη συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης, την άνοδο των τουριστικών εισπράξεων και την ενίσχυση των εισοδημάτων. Από εκεί και πέρα, το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή στις αρχές Οκτώβρη προβλέπει ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα κλείσει στο 1,7% το 2024 και στο 1,6% το 2025, δείγμα του ότι υπάρχει μια συντήρηση της κατάστασης.
Το επίπεδο για την ιδιωτική κατανάλωση
Παράλληλα, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το δεύτερο τρίμηνο του 2024, η κατανάλωση (περιλαμβάνει την ιδιωτική αλλά και της γενικής κυβέρνησης) εξακολουθεί να πρωτοστατεί έναντι των εξαγωγών και των επενδύσεων, συνεισφέροντας το 88,7% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας, ποσοστό αντίστοιχο με αυτό που αποτυπωνόταν και το 2009.
Η ιδιωτική κατανάλωση διαμορφώθηκε στο 70%, δηλαδή, σε μια αναλογία που δεν έχει μεταβληθεί εδώ και δεκαετίες. Ως εκ τούτου, η ετήσια διαμόρφωση του ΑΕΠ εξαρτάται κυρίως από το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, τη χρηματοδότησή τους, τα επίπεδα των τιμών και βεβαίως τον τουρισμό που επηρεάζει άμεσα τον δείκτη.
Πάντως, σύμφωνα και με την τελευταία έκθεση του ΙΟΒΕ η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένει σε χαμηλό επίπεδο. Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βελτιώθηκε ήπια τον Οκτώβριο και διαμορφώθηκε στις -50,3 μονάδες έναντι -51,3 μονάδων τον Σεπτέμβριο. «Η θερινή περίοδος ολοκληρώθηκε ικανοποιητικά στον τουρισμό, γεγονός που επηρεάζει αρκετά νοικοκυριά πανελλαδικά. Ωστόσο, ο πληθωρισμός εμμένει και εξακολουθεί να επηρεάζει αρνητικά την καταναλωτική εμπιστοσύνη, με το ζήτημα της ακρίβειας να ανησυχεί έντονα τους πολίτες», τονίζει το ΙΟΒΕ.
Ιδιωτική κατανάλωση: Πώς εξηγείται το φαινόμενο
Συνεπώς, πώς εξηγείται το φαινόμενο της διατήρησης της κατανάλωσης σε θετικό έδαφος; Όπως εξηγεί στον ΟΤ ο ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ Παναγιώτης Ε. Πετράκης οφείλεται στην «ανάλωση των αποταμιεύσεων, την παραοικονομία αλλά και την αλλαγή των καταναλωτικών προτύπων», συμπληρώνοντας, ωστόσο «Όμως η καταναλωτική εμπιστοσύνη μειώνεται συστηματικά». Εκτός των παραπάνω, ο κ. Πετράκης προσθέτει και τη «βελτίωση του διαθέσιμου ιδιωτικού εισοδήματος (σ.σ. αναφέρεται στη μεταβολή) και την επιδοματική πολιτική».
Όπως προαναφέρθηκε, η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αποτελεί το 70% του ΑΕΠ της Ελλάδας, είναι η συνιστώσα που έχει συμβάλει κατά το μεγαλύτερο μέρος στην ανοδική πορεία του ΑΕΠ.
Πραγματικό εισόδημα
Βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το πραγματικό εισόδημα των πολιτών παραμένει σε χαμηλό επίπεδο. Στο 79% του ευρωπαϊκού µέσου όρου διαµορφώθηκε η πραγµατική κατά κεφαλήν ιδιωτική κατανάλωση στην Ελλάδα το 2023 σύµφωνα µε τα στοιχεία που δηµοσιοποίησε η Eurostat το περασμένο καλοκαίρι, αυξηµένη κατά µία ποσοστιαία µονάδα σε σύγκριση µε το 2022. Με βάση αυτή την επίδοση, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 21η θέση µεταξύ των κρατών-µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την ίδια ώρα, τα στοιχεία για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε µονάδες αγοραστικής δύναµης δείχνουν ότι αυτό διαµορφώθηκε στην Ελλάδα στο 67% του ευρωπαϊκού µέσου όρου, µε τη χώρα να κατατάσσεται στην προτελευταία θέση µεταξύ των 27 κρατών-µελών της Ε.Ε., υψηλότερα µόνο πάνω από τη Βουλγαρία.
Πηγή: ot.gr, 15/11/2024, ρεπορτάζ: Γιάννης Αγουρίδης