Skip to content Skip to sidebar Skip to footer

Άρθρο του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Σπύρου Βλαχόπουλου: «Κοινοβούλιο με κενές έδρες: Η προδιαγεγραμμένη κατάληξη μιας αδιέξοδης πορείας»

Ο σχολιασμός μιας δικαστικής απόφασης προϋποθέτει προσεκτική ανάγνωση και αξιολόγηση του περιεχομένου της. Συνεπώς, το παρόν δεν συνιστά σχολιασμό της απόφασης του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) για την έκπτωση τριών βουλευτών των Σπαρτιατών, αφού τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι σειρές δεν είχε δημοσιευθεί το πλήρες κείμενο της απόφασης.

Το διατακτικό όμως της απόφασης του ΑΕΔ είναι σαφές: Εκπίπτουν τρεις βουλευτές των Σπαρτιατών για τους οποίους είχε ασκηθεί ένσταση και διατηρούν τη βουλευτική ιδιότητα οι άλλοι δύο βουλευτές του ίδιου κόμματος για τους οποίους δεν είχε ασκηθεί ένσταση. Με το δεδομένο αυτό μπορούμε να προβούμε σε κάποιες πρώτες σκέψεις ως προς τα αδιέξοδα, στα οποία οδηγεί η γενικότερη λογική της απαγόρευσης κομμάτων και υποψηφίων που επικράτησε τα τελευταία χρόνια.

Παρατήρηση πρώτη: Η Βουλή για πρώτη φορά θα λειτουργήσει με 297 βουλευτές αντί για τους 300 που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ένα τμήμα του εκλογικού σώματος (αυτό που αντιστοιχεί στους τρεις βουλευτές που εκπίπτουν) μένει χωρίς εκπροσώπηση για δύο χρόνια μέχρι το τέλος της βουλευτικής περιόδου.

Πόσο σύμφωνο είναι αυτό με τη λογική και το πνεύμα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας; Φανταστείτε δε, ο ένας από τους τρεις αυτούς βουλευτές να εκλεγόταν σε μονοεδρική περιφέρεια. Θα έμενε η μονοεδρική εκλογική περιφέρεια χωρίς αντιπρόσωπο στη Βουλή;

Παρατήρηση δεύτερη: Σύμφωνα με την περίληψη της απόφασης του ΑΕΔ, οι τρεις βουλευτές εκπίπτουν επειδή πραγματικός αρχηγός τους ήταν ο Ηλίας Κασιδιάρης, εξαπατώντας έτσι το εκλογικό σώμα. Δεν στέκομαι τόσο πολύ στο ότι οι ψηφοφόροι μάλλον γνώριζαν την πραγματικότητα και γι’ αυτό οι Σπαρτιάτες έλαβαν το ποσοστό που έλαβαν στις εκλογές. Στέκομαι κυρίως στο ότι πολύ πρόσφατα το ποινικό δικαστήριο αθώωσε τους βουλευτές των Σπαρτιατών για το αδίκημα της εξαπάτησης ψηφοφόρων. Μπορεί κατά της απόφασης αυτής να ασκήθηκε έφεση από τον Εισαγγελέα, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει ανατραπεί και εξακολουθεί να υφίσταται στον νομικό κόσμο.

Ποιος λοιπόν έχει δίκιο; Το ΑΕΔ ή το ποινικό δικαστήριο; Όποιος και εάν έχει δίκιο, η κοινή γνώμη διαπιστώνει ότι για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα δύο δικαστήρια καταλήγουν σε τελείως διαφορετικά συμπεράσματα. Πόσο συμβάλλει αυτό άραγε στην εμπιστοσύνη του κοινού στη δικαιοσύνη, η οποία βαίνει συνεχώς μειούμενη τα τελευταία χρόνια;

Παρατήρηση τρίτη: Το Σύνταγμά μας στο άρθρο 53 παρ. 2 ορίζει τα ακόλουθα: «Βουλευτική έδρα που κενώθηκε μέσα στο τελευταίο έτος της περιόδου δεν συμπληρώνεται με αναπληρωματική εκλογή, όταν απαιτείται κατά το νόμο, εφόσον οι κενές έδρες δεν είναι περισσότερες από το ένα πέμπτο του όλου αριθμού των βουλευτών». Ποιο είναι το πνεύμα του Συντάγματος; Ότι δεν θα πρέπει να υπάρχουν κενές βουλευτικές έδρες, εκτός εάν βρισκόμαστε στο τελευταίο έτος της τετραετούς βουλευτικής περιόδου (αφού τότε επίκεινται άμεσα οι επόμενες εκλογές). Πως συμβιβάζεται με τη συνταγματική αυτή διάταξη, να μένουν κενές βουλευτικές έδρες δύο χρόνια πριν από τη λήξη της τετραετούς βουλευτικής περιόδου;

Παρατήρηση τέταρτη: Στις δημοκρατίες όπου κυρίαρχο όργανο είναι ο λαός, υπάρχει ένας «χρυσός» κανόνας: Τα κωλύματα, η έλλειψη νομίμων προσόντων και τα ασυμβίβαστα των βουλευτών ερμηνεύονται στενά. Γιατί, πολύ απλά, σε μια δημοκρατία ο κανόνας είναι ότι καταρχήν ο κάθε πολίτης πρέπει να έχει το δικαίωμα να θέσει υποψηφιότητα ως βουλευτής. Όταν όμως κάποιος βουλευτής δεν εκπίπτει με βάση αντικειμενικές και αυταπόδεικτες ιδιότητές του, αλλά με βάση τις υποκρυπτόμενες ηγεσίες και τη βούληση και το ενδιάθετο φρόνημα των ψηφοφόρων που φέρεται να εξαπατήθηκαν, τότε έχουμε εγκαταλείψει τον χρυσό αυτό κανόνα.

Παρατήρηση πέμπτη: Μετά την ανακοίνωση της απόφασης του ΑΕΔ, εμφανίστηκαν νέα νομικά ζητήματα: Επί ποιου αριθμού θα υπολογίζονται πλέον οι πλειοψηφίες στη Βουλή; Επί των 300 βουλευτών που προβλέπει ο νόμος ή επί των 297 βουλευτών που απομένουν μετά την απόφαση του ΑΕΔ; Ήδη άρχισαν οι ερμηνείες επί του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής (ιδίως του άρθρου 74). Νέο πεδίο αμφισβητήσεων, εντάσεων και δυσλειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Όπως θα έλεγε πολύ απλά και σοφά ο λαός μας, «δουλειά δεν είχαμε και δουλειά βρήκαμε».

Καταληκτική παρατήρηση: Όλα τα ανωτέρω συνιστούν μια πρώτη προσέγγιση. Για τα αμιγώς νομικά θέματα της απόφασης του ΑΕΔ θα μας δοθεί η ευκαιρία να ξανασυζητήσουμε όταν δημοσιευθεί το πλήρες κείμενο της απόφασης. Ένα πάντως είναι το σίγουρο: Η απόφαση αυτή αποτελεί την προδιαγεγραμμένη κατάληξη μιας αδιέξοδης πορείας, η οποία ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και στηρίζεται στη λογική της απαγόρευσης κομμάτων και υποψηφίων.

Η λογική αυτή δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται ότι λύνει και ενισχύει τα επιχειρήματα των αρνητών της δημοκρατίας και των λαϊκιστών. Όπου και εάν εφαρμόσθηκαν οι απαγορεύσεις αυτές, αποδείχτηκαν αναποτελεσματικές. Ο λαός που θέλει να εκφρασθεί, θα εκφρασθεί. Η «πατερναλιστική» προσέγγιση με το κράτος στον ρόλο του «πατερούλη» που θα προστατεύσει τον «αδαή» ψηφοφόρο, όπου και εάν εφαρμόστηκε, απέτυχε.

Ποιο ποσοστό πήρε ο εθνικιστής προεδρικός υποψήφιος στη Ρουμανία, παρά τις απαγορεύσεις; Στη Γερμανία όπου υφίσταται σε επίπεδο Συντάγματος η δυνατότητα απαγόρευσης κομμάτων, γιατί δεν εφαρμόζεται πλέον; Μήπως γιατί όταν εφαρμόσθηκε στο παρελθόν, απέτυχε παταγωδώς; Όλο λέμε ότι πρέπει να εφαρμόζουμε τα «best practices» από το εξωτερικό, αλλά μάλλον σπανίως διδασκόμαστε από αυτά.

Ήρθε λοιπόν ίσως η ώρα να ομολογήσουμε ότι η τακτική της απαγόρευσης δεν ήταν ορθή. Γιατί το πιο σοβαρό λάθος είναι να μην παραδέχεσαι το λάθος σου και να εμμένεις σε αυτό.

* Ο κ. Σπύρος Βλαχόπουλος είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής και μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης του ΕΚΠΑ

 

Πρώτη δημοσίευση εδώ

ΕΚΠΑ © 2025. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος

Μετάβαση στο περιεχόμενο
EN