Τρεις βασικοί υπότυποι αναγνωρίζονται στον καρκίνο του μαστού. Οι ασθενείς που εκφράζουν ορμονικούς υποδοχείς, αυτοί που έχουν πολλαπλά αντίγραφα του υποδοχέα HER-2 στην επιφάνεια των καρκινικών τους κυττάρων (HER-2 θετικοί) και αυτοί που δεν έχουν κανέναν από τους δύο (τριπλά αρνητικοί καρκίνοι). Τα φάρμακα που στοχεύουν τον υποδοχέα EIER-2 έχουν αλλάξει τη φυσική πορεία της νόσου των EIER-2 θετικών ασθενών μειώνοντας την πιθανότητα υποτροπής της τοπικής νόσου και αυξάνοντας σημαντικά την επιβίωση στη μεταστατική νόσο. Το νεότερο από τα φάρμακα που έχουν εγκριθεί για αυτόν τον τύπο καρκίνου του μαστού είναι η τραστουζουμάμπη ντερουξτεκάνη που ανήκει στην κατηγορία των αντισωμάτων που είναι συζευγμένα με χημειοθεραπευτικό φάρμακο (Antibody-Drug Conjugates). Τα αντισώματα αυτά συνδέονται με υποδοχείς που υπάρχουν στην επιφάνεια των καρκινικών κυττάρων και απελευθερώνουν εκλεκτικά το χημειοθεραπευτικό φάρμακο με το οποίο είναι φορτωμένα στην περιοχή του όγκου. Στο πρόσφατο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) παρουσιάστηκε κλινική μελέτη DESTINY Breast-04 που απέδειξε ότι η τραστουζουμάμπη ντερουξτεκάνη είναι ενεργή όχι μόνο σε EIER-2 θετικούς ασθενείς, αλλά και σε ασθενείς των άλλων υποτύπων του καρκίνου μαστού (ορμονοευαίσθητοι και τριπλά αρνητικοί) που έχουν στην επιφάνειά τους αυτούς τους υποδοχείς. τραστουζουμάμπη ντερουξτεκάνη στη μελέτη αύξησε τη συνολική επιβίωση των μεταστατικών ασθενών όταν συγκρίθηκε με τη χημειοθεραπεία σε στατιστικά σημαντικό βαθμό και αναμένεται να αποτελέσει τη νέα καθιερωμένη θεραπεία σε αυτό το στάδιο της νόσου.
Επιπλέον στο φετινό ASCO παρουσιάστηκαν δεδομένα που καθοδηγούν για τον ακριβή ρόλο της ακτινοθεραπείας στην αντιμετώπιση των ασθενών με καρκίνο μαστού και τοπική νόσο. ΕΙ ακτινοθεραπεία χρησιμοποιείται ως τώρα σε όλους του ασθενείς που έχουν κάνει ογκεκτομή και όχι μαστεκτομή για τη μείωση της πιθανότητας τοπικής υποτροπής της νόσου. ΕΙ μελέτη LUMINA όμως έδειξε ότι οι γυναίκες άνω των 55 ετών που έχουν καλά προγνωστικά χαρακτηριστικά της νόσου (μικροί όγκοι κάτω από 2 εκατοστά, ορμονοευαίσθητοι, χαμηλού βαθμού κακοήθειας, χωρίς επέκταση στους λεμφαδένες και με χαμηλό δείκτη πολλαπλασιασμού) και έχουν υποβληθεί σε ογκεκτομή, μπορούν να αποφύγουν την ακτινοθεραπεία χωρίς να αυξάνεται κίνδυνος υποτροπής της νόσου τους. Επομένως, ένα σημαντικό ποσοστό γυναικών μπορούν να αποφύγουν την τοξικότητα της ακτινοθεραπείας και να έχουν εξαιρετική επιβίωση μόνο με τη χρήση ορμονοθεραπείας.