Χρήστος Λιόλιος (PhD), Γιώργος Λάρος (Διδακτορικός φοιτητής), Αντώνης Κολοκούρης (Καθηγητής Φαμαρκευτικής ΕΚΠΑ), Ευάγγελος Τέρπος (Καθηγητής Ιατρικής ΕΚΠΑ), Μελέτιος-Αθανάσιος Δημόπουλος (Καθηγητής Ιατρικής ΕΚΠΑ)
Lin, M.J., Svensson-Arvelund, J., Lubitz, G.S. et al. Cancer vaccines: the next immunotherapy frontier. Nat Cancer 3, 911–926 (2022). https://doi.org/10.1038/s43018-022-00418-6
Μετά από αρκετές δεκαετίες έρευνας, η τεχνολογία των εμβολίων μπορεί να χρησιμοποιηθεί όχι μονο προληπτικά αλλά και θεραπευτικά για ασθενειες όπως ο καρκίνος. Ειδικά για τον καρκίνο έχουμε ενδείξεις αναφορικά με την αποτελεσματικότητας και δυνατότητας των εμβολίων να βοηθήσουν ασθενείς των οποίων η νόσος παρουσιάζει ανθεκτικότητα σε άλλες μεθόδους ανοσοθεραπείας. Ωστόσο δεν έχει αξιοποιηθεί επαρκώς η δυναμική αυτών των εμβολίων. Τα νέα εμβόλια κατά του καρκίνου ταξινομούνται ανάλογα με α) κάποιο συγκεκριμένο αντιγόνο, το οποίο εκφράζεται σε ένα είδος όγκου, β) τους όγκους των ασθενών που εκφράζουν μία σειρά από αντιγόνα και γ) το τρόπο που τα αντιγόνα αυτά μετά απο το συνεντοπισμό τους με ανοσοπαρουσιαστικά κύτταρα (antigen presenting cells, APCs) παρουσιαζονται και αναγνωρίζονται από τα Τ λεμφοκύτταρα. Τέλος, κατηγοριοποιούνται αναλογα με το αν αυτά τα αντιγόνα είναι γνωστά από πρίν (πρδ αντιγόνα τα οποία συνήθως εμφανίζονται σε μια δεδομένη κατηγορία όγκων) ή είναι άγνωστα και εκφράζονται αποκλειστικά σε ένα συγκεκριμένο ασθενή.
Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν και τα εμβόλια τα οποία λειτουργούν με τη βοήθεια των αντιγονο-παρουσιαστικών κυτταρων (APCs) και μπορούν να δημιουργηθούν είτε από βιβλιοθήκες όγκων ασθενών σε κάποιο εργαστήριο (ex vivo) είτα μετά από τη χορήγηση στο σημείο του όγκου (in situ). Ειδικότερα τα αντιγόνα για την δημιουργία των εμβολίων μπορεί να είναι είτε:
α. Προκαθορισμένα αντιγόνα
α1) τα οποία είναι κοινά σε πολλούς ασθενείς (TSAs) Πρδ. ο νεο επίτοπος – TSA epidermal growth factor receptor variant III, EGFRvIII), ο οποίος εκφράζεται στο ~25% των γλοιοβλαστωμάτων που υπερ-εκφράζουν EGFR-GBMs και οι πρωτεΐνες Ε6, Ε7 του ανθρώπινου ιού παπιλώματος (HPV), οι οποίοι εκφράζονται στο ~60% των στοματοφαρυγγικών και το σύνολο των τραχηλικών καρκίνων.
α2) προσωποποιημένα αντιγόνα (TAAs), τα οποία εκφράζονται σε ένα συγκεκριμένο ασθενή και συνήθως είναι κοινά αντιγόνα τα οποία όμως παρουσιάζουν νέους επιτόπους.
Τα τελευταία επιτρέπουν ακόμα μεγαλύτερη εξειδίκευση και περισσότερο εκτεταμένη ανοσοαντίδραση από τα Τ-κύτταρα. Οι σύγχρονες τεχνικές προσδιορισμού αλληλουχίας DNA, RNA, και η ενσωματωση ανοσοενεργοποιητικών παραγόντων καθιστούν πλέον εφικτή την παραγωγή τέτοιων εμβολίων.
β. Μη Προκαθορισμένα αντιγόνα (ανώνυμα)
Στην περίπτωση αυτή τα αντιγόνα δεν καθορίζονται από την ταυτότητα τους αλλά από τον τρόπο και τον τόπο με τον οποίο έχουν εισαχθεί στα αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα (APC).
β1.ex vivo Τα ανώνυμα αντιγόνα προκύπτουν από απομονωμένα καρκινικά κύτταρα τα οποία λύονται και αποδίδονται σε αυτόλογα αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα (APC).
β2 in situ Η παραγωγή των εμβολίων βασίζεται σε ενδογενή ανοσοπαρουσιαστικά κύτταρα, τα οποία τίθενται κοντά ή στο σημειο του όγκου.
Σε αντιθέση με τα προκαθορισμένα αντιγόνα σε αυτή την περίπτωση ένα μεγάλος αριθμός αντιγόνων μπορούν να δημιουργηθούν μεταξύ άλλων και νέα αντιγόνα που μπορεί να προκύψουν από τη σύντηξη επιτόπων πεπτιδίων ή μετα μεταγραφικοί επίτοποι, οι οποίοι όμως είναι δύσκολο να ταυτοποιηθούν, και δεν συμπεριλαμβάνονται στις παραγωγές νέο-επιτόπων.
Σε συγκριση με τις προηγούμενες δεκαετίες, είναι πλέον σαφές ότι τα Τ κύτταρα μπορούν να θεραπεύσουν ασθενείς με καρκίνο χωρίς βέβαια να ξέρουμε ακόμα ποια απο τις τεχνικές που αναφέραμε είναι η καταλληλοτερη. Σε αυτό το σημείο είναι λοιπόν σημαντικό να επισπεύσουμε την κλινική ανάπτυξη τονίζοντας την ανάγκη για ακριβή ανοσολογική παρακολούθηση πρώιμων δοκιμών για την αναγνώριση αποτυχιών και την προώθηση των πιο πολλά υποσχόμενων εμβολίων.