Η εφημερίδα REAL NEWS δημοσίευσε στις 16 Οκτωβρίου 2022 άρθρο του Ομότιμου Καθηγητή Οικονομικών του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, κ. Παναγιώτη Ε. Πετράκη, με τίτλο: “Η ελληνική θέση για την ενέργεια”.
Το άρθρο αναφέρει τα εξής:
“Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει οικονομικές επιδράσεις, τουλάχιστον στην Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο, που αφορούν πρωτίστως τον ρυθμό μεγέθυνσης, την παγκοσμιοποίηση, τον πληθωρισμό και την ενέργεια. Οι οικονομίες αναμένεται να εισέλθουν σε μια κυκλικού τύπου ύφεση που για τις χώρες που θα πλήξει περισσότερο (κυρίως τις κεντροευρωπαϊκές, ευρωπαϊκές χώρες), θα κινηθεί μεταξύ -2% και 0% (ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ) και θα διαρκέσει, με παρούσες εκτιμήσεις, τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2023.
Τρεις σημειώσεις για την επερχόμενη ύφεση: δεν είμαστε βέβαιοι μήπως αυτή η ύφεση, έτσι και αλλιώς, θα έκανε την εμφάνισή της και χωρίς τον πόλεμο! Οι εκτιμήσεις μετά την COVID και πριν από τον πόλεμο ανέφεραν, για το 2023, μια καθήλωση του ρυθμού μεγέθυνσης γύρω στο 1% (ευρωζώνη). Αν, μάλιστα, οι φωνές (συνήθως γερμανικές) περί δημοσιονομικής πειθαρχίας το 2023 θα εισακούγονταν, τότε και χωρίς πόλεμο θα είχαμε μια εικόνα μείωσης του ρυθμού μεγέθυνσης. Δεύτερον, ο πόλεμος και ο πληθωρισμός που επιμένει κάνουν σε έναν βαθμό τη δουλειά της αύξησης των επιτοκίων. Καθηλώνουν δηλαδή τις προσδοκίες ζήτησης. Στο μέτωπο του αερίου, μετά το γέμισμα των ευρωπαϊκών αποθηκευτικών χώρων, οι τιμές του έχουν αποδυναμωθεί. Προς την κατεύθυνση αυτή λειτουργεί και η αποκατάσταση των παγκόσμιων γραμμών εφοδιασμού, αλλά ο πληθωρισμός παραμένει επίμονα υψηλός. Γι’ αυτό, παρ’ όλα αυτά, οι αυξήσεις επιτοκίων στην ΕΚΤ θα συνεχιστούν, αν και θα έπρεπε εντέλει να είναι μικρότερες, αλλά και να είχαν υιοθετηθεί νωρίτερα. Τώρα πια δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τιθασευτούν οι μεσοπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες. Τρίτον, η έκταση της αναμενόμενης ύφεσης είναι σχετικά μικρή (π.χ. συγκριτικά με την ύφεση της COVID) και έτσι ο πολιτικός κίνδυνος δε θα υπερμεγεθυνθεί, αφού η αγορά εργασίας παρουσιάζει ισχυρές αντιστάσεις, γεγονός που δεν επιτρέπει να διαχυθούν τα αρνητικά αποτελέσματα στα νοικοκυριά.
Βεβαίως, η παγκοσμιοποίηση έχει δεχτεί σημαντικά πλήγματα λόγω, κυρίως λόγω των γεωστρατηγικών ανακατατάξεων που εντείνουν ορισμένες αρνητικές πλευρές των παγκόσμιων οικονομικών σχέσεων. Έτσι, η παραγωγή μικροεπεξεργαστών και σπάνιων γαιών αποτελεί σημείο τριβής για τη μεσομακροπρόθεσμη οργάνωση των διεθνών όρων εμπορίου, αφού καθορίζει τις κρίσιμες αναπτυξιακές δυνατότητες. Δεν υπάρχει κανένας λόγος οι εντάσεις αυτές να εξαλειφθούν σύντομα, παρόλο που υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ότι μετριάζονται (μείωση θαλάσσιου κόστους μεταφοράς κ.λπ.).
Στο σκηνικό αυτό υπεισέρχεται η μεταβλητή της μικροοικονομικής διαχείρισης της ενέργειας στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Πριν φτάσουμε στο σημείο να εκτιμήσουμε τις επιπτώσεις των ευρωπαϊκών αποφάσεων περί συλλογικών προμηθειών αερίου (θα πρέπει να δούμε τι ακριβώς εννοούν οι υπουργοί Ενέργειας) και στην ελληνική οικονομία (πώς και πόσο μας αφορά), θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας δύο κυρίως σημεία: την εχθρική (για τον κόσμο που εισάγει πετρέλαιο) απόφαση του OΠEK να μειώσει την παραγωγή παραγωγής πετρελαίου (2 εκατ. βαρέλια), η οποία μπαίνει σε ισχύ τον επόμενο μήνα. Πρόκειται για μία απόφαση που πυροδοτήθηκε κυρίως από τη Σαουδική Αραβία, η οποία αντικειμενικά ισχυροποιεί τη θέση του Πούτιν περί ενεργειακού χειμώνα στην Ευρώπη, αλλά ενδεχομένως οι απαρχές της ενεργοποίησής της να βρίσκονται στις εχθρικές σχέσεις της ηγεσίας της Σαουδικής Αραβίας με τις ΗΠΑ και να σχετίζονται ακόμα και με την υπόθεση της δολοφονίας του Κασόγκι. Όμως, το κλίμα που δημιουργείται έχει ως βαθύτερο υπόστρωμα στην αποδυναμωμένη θέση ισχύος των ΗΠΑ στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, γεγονός που υποδηλώνει μία υπόγεια γεωστρατηγική κινητικότητα που καθόριζε τον κόσμο στην ευρύτερη περιοχή μας. Η δεύτερη αφορά τον ρόλο του κράτους στον καθορισμό των προσδιοριστικών παραγόντων της αγοράς της ενέργειας. Στη δεκαετία που έρχεται ο ρόλος αυτός θα είναι μεγεθυνόμενος, γιατί η αγορά της ενέργειας έχει συγκεκριμένα τρία χαρακτηριστικά προβλήματα, τα οποία παραπέμπουν τελικά σε μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση: ο ιδιωτικός τομέας δύσκολα μπορεί να κινητοποιήσει τους απαραίτητους πόρους για να αναπτυχθούν οι απαραίτητες υποδομές για την επίλυση της ενεργειακής τροφοδοσίας. Δεύτερον, οι αρνητικές εξωτερικές οικονομίες που συνδέονται με την εκπομπή ρύπων στην κατανάλωση ενέργειας, που υφίσταται και πληρώνει η κοινωνία, αποτελούν ένα δισεπίλυτο πρόβλημα. Το τρίτο πρόβλημα συνδέεται με τον οικονομικό πόλεμο Ρωσίας – Δύσης όπου συγκρούονται δύο συστήματα αποφάσεων: το συγκεντρωτικό της Ρωσίας με το φιλελεύθερο της Δύσης. Κατ’ επέκταση, έχουμε υποστηρίξει ότι η Δύση αναγκαστικά θα εξετάσει διαφορετικούς δρόμους διαχείρισης της ενεργειακής κρίσης.”
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα REAL NEWS, 16 Οκτωβρίου 2022
Δείτε την αναδημοσίευση στο InDeep Analysis: http://indeepanalysis.gr/oikonomia/anaptyxi-kai-energeia