Skip to content Skip to sidebar Skip to footer
index

του Αντώνη Μπαρτζώκα, Αναπληρωτή Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Professorial Fellow στο Πανεπιστήμιο των Ηνωμένων Εθνών και Visiting Professor in Practise στο London School of Economics. Έχει διατελέσει μέλος του ΔΣ της EBRD.

Το κάτωθι άρθρο δημοσιεύθηκε στην έκδοση του Οικονομικού Επιμελητηρίου Κρατικός Προϋπολογισμός 2023. Η έκδοση είναι διαθέσιμη εδώ.

Το αποτύπωμα πού άφησε η δεκαετής οικονομική ύφεση στην Ελληνική οικονομία ήταν η απομείωση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας και η επιδείνωση των προοπτικών αύξησης της παραγωγικότητας και οικονομικής σύγκλισης. Μετά τη σταθεροποίηση της οικονομίας, κοινός τόπος στο δημόσιο διάλογο και βασικός στόχος της οικονομικής πολιτικής ήταν η αύξηση των επενδύσεων για τη γεφύρωση του επενδυτικού κενού. Ακολούθως, η βελτίωση της μακροοικονομικής φερεγγυότητας συνέβαλε στην αύξηση της εισροής κεφαλαίων για την οικονομική αξιοποίηση υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων ενώ οι διαδοχικές εξωγενείς κρίσεις που ακολούθησαν (Πανδημία COVID, πόλεμος στην Ουκρανία) έφεραν στο προσκήνιο το ζήτημα της οικονομικής ανθεκτικότητας κατά το σχεδιασμό και την άσκηση επενδυτικής πολιτικής. Παράλληλα, το διαθέσιμο μείγμα πολιτικών ενισχύθηκε με τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής ύφεσης που προκάλεσε η Πανδημία.

Η νέα οικονομική συγκυρία στην Ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από τη σημαντική αύξηση των διαθέσιμων πόρων για την ενίσχυση των επενδύσεων.  Η απορρόφηση των άμεσων ενισχύσεων και των δανείων με την υλοποίηση οικονομικά αποδοτικών και βιώσιμων επενδυτικών προγραμμάτων είναι η βασική πρόκληση για την ασκούμενη επενδυτική πολιτική. Ο στόχος, ως προς τις συνθήκες προσφοράς, είναι διττός: Οι επενδύσεις θα πρέπει να στοχεύουν όχι απλά και μόνο στη βραχυχρόνια ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ αλλά και στη βελτίωση των μακροχρόνιων προοπτικών οικονομικής μεγέθυνσης. Κατά συνέπεια, δεν αρκεί η αύξηση των αποτιμήσεων υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων και επιχειρήσεων αλλά επιβάλλεται η ανάπτυξη νέων τομέων επιχειρηματικής δραστηριότητας με την ενίσχυση της οικονομικής κινητικότητας και την απάλειψη των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων. Ταυτόχρονα, η ενσωμάτωση του κριτηρίου της ανθεκτικότητας προϋποθέτει μια αποκεντρωμένη και ανατροφοδοτούμενη διαδικασία αξιοποίησης των εργαλείων επενδυτικής πολιτικής. Λαμβάνοντας υπόψη την κλίμακα των επενδύσεων που δρομολογούνται και την αύξηση του κόστους ευκαιρίας των διαθέσιμων κεφαλαίων, ο κίνδυνος αστοχιών στο συντονισμό των επενδυτικών αποφάσεων είναι τελικά η μεγαλύτερη αβεβαιότητα που καλείται να αντιμετωπίσει η επενδυτική πολιτική στην Ελληνική οικονομία.

Η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για την ενδυνάμωση της οικονομικής ανθεκτικότητας. Το Ταμείο αποτελεί μια σημαντική καινοτομία οικονομικής πολιτικής για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ως απάντηση στο εξωγενές σοκ της Πανδημίας. Το γεγονός αυτό εκ των πραγμάτων αποδυνάμωσε την επιχειρηματολογία του «ηθικού κινδύνου» που επισκίαζε κάθε συζήτηση για μεταφορά πόρων σε στοχευμένα προγράμματα οικονομικής αναδιάρθρωσης. Στην τρέχουσα πρακτική άσκησης πολιτικής, η οικονομική ανθεκτικότητα ταυτίζεται με τις βραχυπρόθεσμες προκλήσεις διαχείρισης κρίσεων.   Στον Πίνακα προτείνουμε μια ταξινόμηση με τρία δομικά στοιχεία, δηλαδή το πεδίο εφαρμογής, τη διαδικασία και τα προαπαιτούμενα για την αξιολόγηση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων πτυχών της προληπτικής ανθεκτικότητας στην Ελληνική οικονομία.

Η ανάλυση μας σχετικά με την εμπειρία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας καταδεικνύει ότι οι στρατηγικές προτεραιότητες για την οικονομική ανθεκτικότητα πρέπει να συμπληρώνονται με αξιόπιστη αξιολόγηση των χρηματοδοτικών κενών στα πλαίσια μιας διαδικασίας συνεχιζόμενης ανατροφοδότησης, ώστε να αποφεύγεται η αναποτελεσματική χρησιμοποίηση των διαθέσιμων πόρων. Άλλωστε, η επιβράβευση των επιχειρηματικών προγραμμάτων από τις αγορές είναι επιβεβλημένη για να συνεχιστεί αδιάκοπα η επιτυχής εμπειρία άντλησης κεφαλαίων στις διεθνείς αγορές από το Ταμείο.

Εξίσου σημαντική είναι η κινητοποίηση των διεθνών χρηματοδοτικών οργανισμών στην εφαρμογή λύσεων που βασίζονται στην αγορά για την ενίσχυση της προληπτικής ανθεκτικότητας. Οι φορείς αυτοί λειτουργούν ως καταλύτης για τη διαθεσιμότητα ιδιωτικής χρηματοδότησης και παρέχουν διαδικασίες επιλογής βέλτιστων πρακτικών στη χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση όταν το βάθος των εγχώριων χρηματοπιστωτικών συστημάτων δεν είναι επαρκές.

Όσον αφορά την ευελιξία, ο κεντρικός σχεδιασμός του Ταμείου έχει ήδη επωφεληθεί από την ευκαιρία να αντιμετωπιστούν δομικά προβλήματα σχετικά με την ευρωπαϊκή ανθεκτικότητα στον ενεργειακό τομέα, σε μια περίοδο αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου και αβεβαιοτήτων ως προς την πράσινη μετάβαση.

Τέλος, ο ρόλος της συμπληρωματικότητας των επενδύσεων είναι κρίσιμης σημασίας για τον αποτελεσματικό συντονισμό των επενδυτικών αποφάσεων. Η προστιθέμενη αξία αυτής της προσέγγισης καταδεικνύεται με την παράθεση συγκεκριμένων προτάσεων πολιτικής για την υλοποίηση του Ελληνικού προγράμματος του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Πίνακας: Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας: Σχεδιασμός και Διαδικασία Υλοποίησης

ΣχεδιασμόςΚενά υλοποίησηςΒέλτιστες διεθνείς πρακτικέςΣημεία Δράσης για το Ελληνικό Πρόγραμμα του Ταμείου
Εθνικό ΣχέδιοΠεριορισμένη αξιολόγηση  μικροοικονομικών προβλημάτωνΕκτίμηση των χρηματοδοτικών κενών με πλατφόρμες ανοικτών δεδομένωνΠιστοποίηση της φερεγγυότητας των ΜΜΕΔιαφανής παρακολούθηση της προσφοράς και της ζήτησης πιστώσεων
Λύσεις βασισμένες στην αγοράΑιτιολόγηση κόστουςΥιοθέτηση χρηματοοικονομικών καινοτομιώνΧρηματοδότησης της τοπικής ανάπτυξηςΈλεγχοι για καθυστερημένη εφαρμογή
Διαρθρωτικές αλλαγέςΕλλιπής συμπληρωματικότητα με πολιτικές συνοχής και δημόσιες επενδύσειςΕνσωματωμένες διαδικασίες ανατροφοδότησηςΑνάδειξη ευκαιριών σε τομείς χαμηλής παραγωγικότηταςΚινητικότητα και μεταρρυθμίσεις για την εξαγωγή μη εμπορεύσιμων προϊόντωνΠροσαρμογή προτεραιοτήτων για ενεργειακά/πράσινα έργα

Πηγή: Anthony Bartzokas, Renato Giacon and Corrado Macchiarelli (2022) Exogenous shocks and proactive resilience in the EU: The case of the Recovery and Resilience Facility. LSE Europe in Question Discussion Paper Series No. 137.

Η προσέγγιση αυτή υπερβαίνει παραδοσιακούς διαχωρισμούς (π.χ. μεγάλες ή μικρές επιχειρήσεις) και θα μπορούσε άμεσα να εξειδικευθεί στο επίπεδο των επιχειρησιακών προτεραιοτήτων με τη μεταφορά πόρων από τις οριζόντιες ενισχύσεις προς δραστηριότητες με μεγαλύτερο εισοδηματικό αποτέλεσμα και υψηλότερη παραγωγικότητα. Νέες δομές χρηματοδότησης μπορούν να αυξήσουν τις εισροές κεφαλαίων με μακροχρόνιο επενδυτικό ορίζοντα. Οι συνθήκες λειτουργίας της αγοράς και η άρση των αντικινήτρων μπορούν να βελτιώσουν τις προοπτικές των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Οι δυναμικές επιχειρήσεις που αναζητούν νέες αγορές και θα μπορούσαν να ανταποκριθούν σε στοχευμένα κίνητρα διείσδυσης σε νέες αγορές. Η εισροή κεφαλαίων θα προκύψει μόνο όταν αρχίσει να διαμορφώνεται μια δεξαμενή δυνητικών επενδύσεων με φερεγγυότητα και δυνατότητα διεθνών συγκρίσεων της οικονομικής απόδοσης. Υπάρχουν τρεις κλάδοι της οικονομίας (ενέργεια, μεταφορές και ψηφιακή οικονομία) οι οποίοι μπορούν να αποτελέσουν κινητήριους μοχλούς της ανάκαμψης των επενδύσεων αν συνδυαστούν οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές με την εξασφάλιση μακροχρόνιας χρηματοδότησης για τις επενδυτικές ευκαιρίες που θα προκύψουν. Με δεδομένο τον περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο, η επιλογή αυτή μπορεί να αποδώσει μόνο με μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στη διαχείριση Κοινοτικών πόρων για τη στήριξη της ανάκαμψης  των επενδύσεων με πρακτικό πνεύμα και επιχειρησιακή προσέγγιση.

ΕΚΠΑ © 2024. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος

Μετάβαση στο περιεχόμενο
EN