*Γράφει ο Π. Κ. Ιωακειμίδης, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), πρώην Πρεσβευτής – Σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Εφημερίδα «Πανεπιστήμιο Αθηνών», Φύλλο 5, κυκλοφόρησε με «Το Βήμα της Κυριακής» 23 Νοεμβρίου 2025.
Ο ισχυρός και άμεσος κίνδυνος που συνιστούν οι αντιευρωπαϊκές, αντιδημοκρατικές, εθνικιστικές δυνάμεις για την ΕΕ, που συνεχίζει να πάσχει από έλλειμμα νομιμοποίησης
Η Ευρώπη επιταχύνει τη διαδικασία ενίσχυσης της άμυνάς της για την αντιμετώπιση της ρωσικής απειλής. Της απειλής «από τα έξω». Μόνο που «η απειλή από τα μέσα», από το εσωτερικό της, εμφανίζεται πολύ πιο ισχυρή και άμεση. Και δεν είναι άλλη από την άνοδο των αντιευρωπαϊκών, αντιδημοκρατικών, εθνικιστικών δυνάμεων. Των δυνάμεων που θέλουν να κατεδαφίσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Εκτιμάται ότι μέχρι το 2030 – έτος-στόχος για τη συγκρότηση της ευρωπαϊκής κοινής άμυνας – η πλειοψηφία των κρατών-μελών, περιλαμβανομένων και των μεγαλύτερων (Γαλλία, Γερμανία), θα κυβερνάται από αντιευρωπαϊκές ακροδεξιές δυνάμεις, οι οποίες αντίθετα με την περίπτωση της Ιταλίας (η οποία ήδη κυβερνάται από την Ακροδεξιά) είναι φιλο-ρωσικές. Τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων όπως και η κρίση διακυβέρνησης στη Γαλλία δεν αφήνουν ιδιαίτερα περιθώρια αισιοδοξίας.
Στις πλέον πρόσφατες εκλογές, στην Τσεχία, το ακροδεξιό κόμμα ΑΝΟ (ΝΑΙ), μέλος της εθνολαϊκιστικής ομάδας «Patriots» στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπό τον Αντρέι Μπαμπίς, κατέλαβε την πρώτη θέση (34,5% και 80/200 έδρες) και θα σχηματίσει κυβέρνηση. Ετσι Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία (και Πολωνία με τον νεοεκλεγμένο ακροδεξιό πρόεδρο) θα βρεθούν με εθνολαϊκιστικές αντιευρωπαϊκές κυβερνήσεις και δεν θα είναι οι μόνες. Ιταλία, Φινλανδία, Σουηδία, (Ολλανδία) βρίσκονται ήδη σ’ αυτόν τον πολιτικό σχηματισμό. Εκτός εάν οι εκλογές στην Ολλανδία ανατρέψουν τα δεδομένα και επιτρέψουν στη χώρα να σχηματίσει σοσιαλδημοκρατική φιλοευρωπαϊκή κυβέρνησή. Αν και γενικά η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έχει αποτύχει να προσφέρει ένα πειστικό εναλλακτικό πρόγραμμα.
Η μεγάλη ανησυχία ωστόσο συνδέεται με τις επικείμενες εκλογές στις δύο μεγαλύτερες χώρες-μέλη, Γαλλία και Γερμανία. Η περίπτωση της Γαλλίας είναι η περισσότερο κρίσιμη για αρκετά ευνόητους λόγους. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης αλλά η πολιτική υπερδύναμη της Ένωσης. Η αποτυχία Μακρόν να συγκροτήσει ένα νέο πολιτικό κέντρο, η ενδυνάμωση των πολιτικών άκρων και η συνακόλουθη αδυναμία διακυβέρνησης της χώρας έχει ως συνέπεια την ενίσχυση της Εθνικής Συσπείρωσης της Μαρίν Λεπέν / Τζορντάν Μπαρντελά με προοπτική στις προεδρικές εκλογές 2027 να καταλάβει την προεδρία της χώρας. Ενώ σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, η νεοναζιστική Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), η οποία κατέχει ήδη τη δεύτερη θέση στο Κοινοβούλιο (με 151 έδρες), δεν αποκλείεται να περάσει στην πρώτη θέση με αξιώσεις να διεκδικήσει την καγκελαρία. Οι περιπτώσεις αυτές είναι σημαντικές τόσο λόγω του μεγέθους και ρόλου των χωρών όσο και λόγω των σκληρών αντιευρωπαϊκών θέσεων που προωθούν.
Γενικότερα η εκτίμηση (του Economist μεταξύ άλλων) είναι ότι η «επίθεση» εναντίον των Βρυξελλών/ΕΕ πρόκειται να ενταθεί. «Οι πολιτικοί επικρίνουν τις αποφάσεις της ΕΕ ως εάν να πρόκειται για εντολές που προέρχονται από εξωτερική δύναμη» γράφει εντοπίζοντας το θεμελιακό πρόβλημα της Ένωσης. Ότι δηλαδή 60 και πλέον χρόνια από τη δημιουργία της δεν έχει περάσει στην «ιδιοκτησία» των ευρωπαίων πολιτών. Ή, με άλλα λόγια, το έλλειμμα νομιμοποίησής της παραμένει υψηλό. Η πολυσυζητημένη και αναγκαία ενηλικίωσή της παραμένει ως εκ τούτου μια χίμαιρα.
Όλα αυτά τα δεδομένα της εσωτερικής πολιτικής απειλής, σε συνδυασμό με την εξωτερική (Πούτιν, Τραμπ) προβάλλουν ένα σενάριο επερχόμενου κλονισμού, παράλυσης, αν όχι αποσύνθεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και αυτή είναι ίσως η χειρότερη απειλή για Ευρώπη και Ελλάδα…