Skip to content Skip to sidebar Skip to footer

Η εφημερίδα τα “ΝΕΑ” δημοσίευσε στις 31 Οκτωβρίου 2022 άρθρο του Ομότιμου Καθηγητή Οικονομικών του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, κ. Παναγιώτη Ε. Πετράκη, με τίτλο: “H Χρηματοοικονομική σταθερότητα και η ύφεση”.

Το άρθρο αναφέρει τα εξής:
“Τα δύο κρίσιμα επίκαιρα ερωτήματα αφορούν την κατανόηση του βάθους της επερχόμενης ύφεσης και το κατά πόσο απειλείται η παγκόσμια χρηματοοικονομική σταθερότητα.

Για να αντιληφθεί ο αναγνώστης τη σημασία τους θα πρέπει να συγκρίνουμε την ερχόμενη ύφεση με την πρόσφατη βαθιά ύφεση της Covid (-8%) και την απειλή της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής σταθερότητας με τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 – 2010 που οδήγησε στη μεγάλη ύφεση (Great Recession). Με άλλα λόγια ενώ αναμένουμε κάποιας μορφής προσγείωση της οικονομικής δραστηριότητας, εάν αυτή συνδυαστεί με μία βαθύτερη χρηματοοικονομική κρίση, τότε η ύφεση που θα σημειωθεί (ως αποτέλεσμα ενός δεύτερου γύρου επιδράσεων) μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που σήμερα μπορούμε να προβλέψουμε.

Ο υψηλός πληθωρισμός και η περιοριστική νομισματική πολιτική, η πολιτική Covid στην Κίνα, παράλληλα με την παρατεινόμενη αβεβαιότητα λόγω του πολέμου δεν δημιουργούν καμία αμφιβολία ότι η ευρωζώνη οδηγείται σε κάποιας μορφής επιβράδυνση στα επόμενα τρίμηνα. Αυτή θα αφορά το τελευταίο τρίμηνο αυτού του έτους και τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2023, οπότε θα δούμε και μικρούς αρνητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης. Μετά θα αρχίσουν να επανέρχονται οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης, χαμηλής πάντως πτήσης, και εφόσον βεβαίως δεν χειροτερεύσει το διεθνές σκηνικό.

Η χρηματοοικονομική κρίση είναι ένα πολύ πιο σύνθετο οικονομικό φαινόμενο και ακόμα δυσκολότερη είναι η πρόγνωσή της. Για να το αντιληφθεί καλύτερα ο αναγνώστης να αναφέρουμε ότι η κορύφωσή της χαρακτηρίζεται από το λεγόμενο «Minsky moment» (ο ορισμός αποκαλύπτει και τον αιφνιδιασμό που συνδέεται με το φαινόμενο), όπου η συσσώρευση χρέους υπερβαίνει κατά πολύ τις δυνατότητες αποπληρωμής του. Η προσπάθεια δε, αποπληρωμής του, προκαλεί κατάρρευση των τιμών των στοιχείων του ενεργητικού που οδηγεί στην ύφεση των ισολογισμών και τη μακροχρόνια ύφεση.

Δύο μεγέθη πρέπει να παρακολουθούμε για να ανιχνεύσουμε τη χρηματοοικονομική αστάθεια: τη ρευστότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων και τον βαθμό χρέωσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Επειδή μάλιστα έχουμε βγει και ως ευρωζώνη αλλά και ως χώρα από μία μακρά περίοδο δημοσιονομικής σταθερότητας (το θετικό των Μνημονίων) το δεύτερο μέγεθος, δηλαδή της χρέωσης, βρίσκεται σε σχετικά ικανοποιητική ισορροπία σε σύγκριση τουλάχιστον με την περίοδο του 2008 – 2010 παρά τη χαλαρή νομισματική πολιτική που ακολουθήθηκε και οδήγησε σε επιδείνωση των χρεών (κυρίως των κυβερνήσεων).

Όμως, όπως έδειξε και το IMF, η ρευστότητα κατά μήκος των βασικών κατηγοριών αγορών (αγορές μετοχών, πιστωτικές αγορές, εθνικό χρέος, εταιρικό χρέος, συναλλαγματικές αγορές) δείχνει σημάδια χειροτέρευσης, με αφορμή βεβαίως τη συρρίκνωση της διεθνούς νομισματικής ρευστότητας, αυξάνοντας τον χρηματοοικονομικό κίνδυνο και μειώνοντας την όρεξη ανάληψης κινδύνου σε όλες τις κατηγορίες κεφαλαιακών στοιχείων. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ασφαλή στοιχεία (καταφύγια) αντιστάθμισης κινδύνου (όπως π.χ., στις κανονικές εποχές είναι τα ομόλογα), αλλά όλα τα στοιχεία έχουν υψηλή διασύνδεση μεταξύ τους και καθοδική φορά. Επίσης λόγω της ύφεσης ο πιστωτικός κίνδυνος αυξάνεται.

Ανοίγει μία εποχή που χρειάζεται επαυξημένη προσοχή κυρίως στην πλευρά της νομισματικής, δημοσιονομικής πολιτικής για να μη γίνουν σε διεθνές επίπεδο λάθη όπως αυτό της Βρετανίας.”

Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Τα Νέα, 31 Οκτωβρίου 2022
Δείτε την αναδημοσίευση στο In Deep Analysis: http://indeepanalysis.gr/oikonomia/xrimatooikonomiki-statherotita-kai-ifesi

31oct2022 petrakis

ΕΚΠΑ © 2024. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος

Μετάβαση στο περιεχόμενο
EN